Η Χαλκιδική είναι ταυτισμένη για τους περισσότερους από εμάς με πανέμορφες παραλίες, πευκοδάση που καταλήγουν στα κρυστάλλινα νερά του Αιγαίου και πολυτελείς ξενοδοχειακές μονάδες. Όμως η γοητευτική αυτή χερσόνησος παρουσιάζει γαστρονομικό ενδιαφέρον και αξιόλογη παραγωγή κρασιών.
Συνομιλήσαμε με την Κλαούντια Παπαγιάννη, μια φιλόδοξη οινοποιό από την Αρναία, που η αγάπη της για το κρασί την οδήγησε στ' αμπελοτόπια, αφήνοντας την οικογενειακή επιχείρηση.
— Πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με το κρασί;
Ήταν μια αγάπη κι ένα πάθος το οποίο έπρεπε να πραγματοποιήσω. Τελείωσα Βusiness Αdministration & Μarketing στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης στην Αμερική κι αμέσως μετά ασχολήθηκα με την οικογενειακή επιχείρηση, το ξενοδοχείο «Possidi Holidays» στην Κασσάνδρα της Χαλκιδικής. Αυτός ο κλάδος, όμως, δεν με γέμιζε. Έτσι, αποφάσισα να ανεξαρτητοποιηθώ και πήγα στον τόπο καταγωγής του πατέρα μου, την Αρναία Χαλκιδικής, όπου ξεκίνησα να χτίζω το οινοποιείο.
Παρόλο που το κρασί είναι ένας καθαρά ανδροκρατούμενος κλάδος και οι σπουδές μου δεν είχαν καμία σχέση με το κρασί, δεν πτοήθηκα, γιατί το είδα ως μια ευκαιρία να ξεχωρίσω και, εκτός των άλλων, είναι κάτι το οποίο ανέκαθεν λάτρευα.
Έτσι, το 2003 ξεκίνησα ν' αγοράζω σταροχώραφα και να τα αμπελοποιώ και το 2006 άρχισα την κατασκευή του οινοποιείου, με αρκετές δυσκολίες, κυρίως λόγω του ότι ο χώρος ανδροκρατείται, όπως προανέφερα. Πάλεψα, όμως, κι έτσι αυτήν τη στιγμή έχω 200 στρέμματα βιολογικού αμπελώνα και παράγω περίπου 150.000 φιάλες από 10 διαφορετικές ετικέτες. Σίγουρα, τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ πιο δύσκολα απ' ό,τι είχα φανταστεί αρχικά, γιατί έπεσα ακριβώς επάνω στο ξεκίνημα της κρίσης στην Ελλάδα. Δεν παύει, όμως, να είναι ένα θαυμάσιο αντικείμενο κι ένας από τους καλύτερους πρεσβευτές προϊόντων για τη χώρα μας.
— Γυναικεία επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης: οξύμωρο ή ευκαιρία για διαφοροποίηση;
Δυστυχώς, οποιοδήποτε είδος επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, είτε γυναικεία είτε ανδρική, θεωρώ πως αυτήν τη στιγμή δεν έχει πολλές ελπίδες. Το κράτος, αντί να μας στηρίζει, βάζει επιπλέον εμπόδια. Κρίνοντας και από τον τελευταίο, εντελώς παράλογο και καταστροφικό φόρο που επέβαλε στο κρασί, εμποδίζει όχι μόνο πρακτικά την οποιαδήποτε επιχειρηματικότητα αλλά, ψυχολογικά, ρίχνει και κάθε νέο που θέλει να ξεκινήσει μια επιχείρηση στην Ελλάδα. Ως γυναίκες, ίσως να έχουμε ένα αβαντάζ παραπάνω, καθώς στο εξωτερικό μετράει και υποστηρίζεται πάρα πολύ η γυναικεία επιχειρηματικότητα κι έχουν αναπτυχθεί αρκετά διάφορες αγορές που τη στηρίζουν. Γνωρίζω, για παράδειγμα, πως στο εξωτερικό υπάρχουν διάφοροι εισαγωγείς κρασιών που αγοράζουν κρασιά μόνο από γυναίκες παραγωγούς. Αυτό και μόνο δείχνει πως οι επιχειρήσεις πρέπει να αποκτήσουν περισσότερη εξωστρέφεια.
— Πώς είναι οι κλιματολογικές συνθήκες στην Αρναία και τι ποικιλίες καλλιεργείτε;
Στην περιοχή της Αρναίας, σε υψόμετρο 600 μέτρων περίπου, εκτείνονται τα 200 στρέμματα των αμπελώνων του κτήματος. Η περιοχή αυτή χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερο μικροκλίμα, ιδανικό για την καλλιέργεια και την παραγωγή ποιοτικών σταφυλιών. Ο χειμώνας χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες, βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις που εξασφαλίζουν την απαραίτητη υγρασία για την αύξηση και την ανάπτυξη των αμπελώνων. Στην αρχή της άνοιξης οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν αισθητά, μειώνοντας την πιθανότητα εμφάνισης παγετών, ενώ δεν λείπουν και οι ασθενείς βροχοπτώσεις. Το καλοκαίρι χαρακτηρίζεται από υψηλές θερμοκρασίες, οι οποίες εναλλάσσονται με τις χαμηλές θερμοκρασίες της νύχτας, αποτέλεσμα της γειτνίασης των αμπελώνων με το όρος Χολομώντα της Χαλκιδικής. Οι συνθήκες αυτές συμβάλλουν στη φυσιολογική ωρίμανση των σταφυλιών και στην παραγωγή ποιοτικών οίνων.
Όσον αφορά την ποικιλιακή σύνθεση των αμπελώνων, βρίσκουμε σε αυτήν ελληνικές και ξένες ποικιλίες. Ξεκινώντας με τις ερυθρές, σε αυτές περιλαμβάνονται η Syrah, που δίνει κρασιά με έντονο χρώμα, μέτρια οξύτητα και έντονα αρώματα κόκκινων φρούτων, η Grenache Rouge, που δίνει κρασιά με υψηλό αλκοολικό τίτλο, φρουτώδη, μέτριας οξύτητας, το Merlot, με κρασιά έντονα ερυθρά, επιδεκτικά παλαίωσης, το Cabernet Sauvignon, με κρασιά δυναμικά, τανικά, που εξελίσσονται με την παραμονή τους στο βαρέλι, και, τέλος, το Ξινόμαυρο, που ως πολυδύναμη ποικιλία μπορεί να δώσει διαφορετικούς τύπους οίνων και να αποτελέσει τη βάση πολλών χαρμανιών.
Στις λευκές ποικιλίες συμπεριλαμβάνονται το Ασύρτικο, η πιο πολυδύναμη ποικιλία του ελληνικού αμπελώνα που δίνει κρασιά με υψηλή οξύτητα και πολύ ευχάριστο άρωμα εσπεριδοειδών, η Μαλαγουζιά, μια παλιά ελληνική ποικιλία που δίνει στα κρασιά έντονο αρωματικό χαρακτήρα φρούτων και λουλουδιών, με μέτρια οξύτητα, η ποικιλία Chardonnay, που μπορεί να δώσει πολύπλοκα λευκά λιπαρά κρασιά με πλούσιο σώμα, ιδιαίτερα όταν δουλευτεί σε βαρέλι, και οι ποικιλίες Sauvignon και Viognier, που δίνουν έντονα αρωματικά και πλούσια σε σώμα λευκά κρασιά.
— Με τι γεύσεις μας προτείνετε να απολαύσουμε μια Μαλαγουζιά;
Με κουζίνα είτε ασιατική, είτε μεξικάνικη, είτε με έντονες, πιπεράτες γεύσεις, με σαλάτες, φρουτοσαλάτες, ελαφριά πιάτα με λευκό κρέας, ριζότο ή ψητό κοτόπουλο.
— Τα τελευταία χρόνια το κρασί«ακμάζει» στη χώρα μας. Πιστεύετε ότι είναι «απλώς» μόδα ή δημιουργείται οινική κουλτούρα;
Ο Έλληνας καταναλωτής, εδώ και μερικά χρόνια, έχει ανεβάσει πολύ το γευστικό του επίπεδο οινικά, είτε με εξειδικευμένα σεμινάρια είτε από μόνος του πλέον, με την πληθώρα επιλογών που του παρέχεται από τους Έλληνες οινοποιούς. Επιπλέον, το επώνυμο ελληνικό κρασί, με πιο προσιτές τιμές πια, δίνει τη δυνατότητα στον σύγχρονο καταναλωτή να γνωρίσει τον ελληνικό αμπελώνα και τις ποικιλίες του. Το κρασί μπορεί να ξεκίνησε ως μόδα, όμως η οινική κουλτούρα που διαμορφώνεται από τον Έλληνα καταναλωτή και οι προσπάθειες προώθησής του δημιουργούν ένα νέο πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται αυτή η νέα τάση.
Οι συμβουλές των Ελλήνων οινοποιών, μέσα από τις προωθητικές ενέργειες, τις ετικέτες των κρασιών τους και τις λίστες κρασιών των εστιατορίων, δίνουν ένα επιπλέον προβάδισμα στο ελληνικό επώνυμο κρασί και διαμορφώνουν και ένα καλύτερο επίπεδο «μόρφωσης» του καταναλωτή. Μην ξεχνάμε και την έντονη ενασχόληση των καταναλωτών με τη μαγειρική και την κουζίνα, οι οποίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με το ίδιο το κρασί. Έτσι, δημιουργείται ένα πλαίσιο εκπαίδευσης και «μοιράσματος» μιας πληθώρας πληροφοριών που απευθύνονται στον καταναλωτή.
— Σχεδιάζοντας το μέλλον του κτήματος, τι οραματίζεστε;
Αρχικά, θα ήθελα πολύ γρήγορα να ξεπεράσουμε την κρίση, με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες. Στη συνέχεια, θα ήθελα να αναπτύξω το επισκέψιμο κομμάτι του οινοποιείου, το οποίο αποφέρει ένα πολύ ικανοποιητικό εισόδημα – αυτή ήταν η επιθυμία μου απ' όταν ξεκίνησα, αλλά δεν τα έχω καταφέρει ακόμα. Ο επόμενος στόχος είναι ν' αυξήσω την παραγωγή μου, προσθέτοντας κι άλλους αμπελώνες στο κτήμα και επενδύοντας σε ακόμα καλύτερη ποιότητα κρασιού. Για να γίνουν, όμως, όλα αυτά πρέπει να υπάρχει καλή ψυχολογία και, φυσικά, μεγαλύτερη οικονομική ρευστότητα και υποστήριξη από το κράτος.