Στον εισαγγελέα θα οδηγηθεί σήμερα.
«Αφού σκότωσα την Λέλα, πήρα τον Φοίβο και τον έβαλα μπροστά στο μηχανάκι. Κατευθύνθηκα στα Ψαχούδια. Στόχος μου ήταν να φθάσω στη Θεσσαλονίκη και από εκεί μέσω γνωστών να φθάσω στην Αλβανία. Όταν έφθασα στα Ψαχούδια πήρα από το κινητό
«Αφού σκότωσα την Λέλα, πήρα τον Φοίβο και τον έβαλα μπροστά στο μηχανάκι. Κατευθύνθηκα στα Ψαχούδια. Στόχος μου ήταν να φθάσω στη Θεσσαλονίκη και από εκεί μέσω γνωστών να φθάσω στην Αλβανία. Όταν έφθασα στα Ψαχούδια πήρα από το κινητό
έναν φίλο μου που ζούσε στην Ορμύλια αλλά είχε φύγει στην Αλβανία. Του ζήτησα να μου βρει ένα μέσο να φθάσω Θεσσαλονίκη αλλά δεν μπορούσε να μου βρει. Μετά πήρα έναν ταξιτζή που ήξερα αλλά εκείνη την ώρα είχε άλλη κούρσα και δεν μπορούσε να με πάει. Προσπάθησα να κινηθώ με τα πόδια προς Θεσσαλονίκη αλλά είχε παντού αστυνομικούς.
Το μετάνοιωσα και πολλές φορές σκέφτηκα να παραδοθώ αλλά δεν το έκανα.Το κινητό τηλέφωνο το πέταξα την ίδια μέρα για να μην με εντοπίσουν από αυτό» καταθέτει ο 34χρονος συζυγοκτόνος Κλοντ Τζέημς Λέσι στους αστυνομικούς του Τμήματος Ασφαλείας Πολυγύρου.
Το μετάνοιωσα και πολλές φορές σκέφτηκα να παραδοθώ αλλά δεν το έκανα.Το κινητό τηλέφωνο το πέταξα την ίδια μέρα για να μην με εντοπίσουν από αυτό» καταθέτει ο 34χρονος συζυγοκτόνος Κλοντ Τζέημς Λέσι στους αστυνομικούς του Τμήματος Ασφαλείας Πολυγύρου.
Ο πρώτος στόχος των αστυνομικών είχε επιτευχθεί. Ομάδα από περίπου 100 αστυνομικούς επιχειρούσαν να κλείσουν όλες τις διόδους διαφυγής του συζυγοκτόνου από την Χαλκιδική, καθώς αν το κατάφερνε θα ήταν πολύ δύσκολος ο εντοπισμός του και ευκολότερη για εκείνον η διαφυγή του στην πατρίδα του. Ο φίλος του στην Αλβανία και ο ταξιτζής είχαν ενημερωθεί από τους αστυνομικούς να τους ειδοποιούσαν σε περίπτωση άλλης επικοινωνίας του καταζητούμενου, αν τους ζητούσε και πάλι τη βοήθειά τους.
Ακόμη και μετά τις πληροφορίες για μετακίνησή του στα Μέγαρα Αττικής, Πρέβεζα ή Πάτρα τα μπλόκα δεν είχαν χαλαρώσει αναγκάζοντας τον καταζητούμενο να προβαίνει σε διαρκή «πισωγυρίσματα», καθώς δεν είχε καταφέρει ποτέ να φύγει από την περιοχή. Πριν από 3-4 ημέρες υπήρξε τηλεφώνημα πωλήτη που τον είχε δει να κινείται στα Μουδανιά, οι αστυνομικές δυνάμεις κινητοποιήθηκαν και τον ανάγκασαν και πάλι να επιστρέψει στην Ορμύλια.
«Έψησα κότα και κουνέλι»
Ο Λέσι γνώριζε καλά την περιοχή της Χαλκιδικής και επιχειρούσε να βρει τρόπους να διαφύγει από τον νομό. Κάποια στιγμή κατάφερε να φθάσει μέχρι τα Τρίγλια Χαλκιδικής, ένα... βήμα από τη Θεσσαλονίκη αλλά έπεσε σε αστυνομικό μπλόκο και οπισθοχώρησε. «Την πρώτη μέρα κοιμηθήκαμε σε ένα αντίσκηνο στο βουνό και την επόμενη σε ένα εγκαταλελειμμένο αυτοκίνητο. Το παιδί με ρωτούσε συνεχώς που πάμε και του είπα "τσακώθηκα με τη μαμά και θα πάμε στην Αλβανία". Την επόμενη μέρα διέρρηξα ένα εξοχικό σπίτι που δεν έμενε κανείς. Μείναμε εκεί. Φάγαμε μέλι, κονσέρβες και ότι άλλο βρήκαμε. Από εκεί πήρα κουβέρτες για να σκεπάζω τον Φοίβο. Κάποιες άλλες νύχτες κοιμηθήκαμε σε τροχόσπιτο και σε σκηνές κάμπινγκ στα Ψαχούδια. Και εκεί βρήκα κάποια τρόφιμα και φάγαμε. Το μεγαλύτερο πρόβλημα μου ήταν το φαγητό και όχι ο ύπνος. Ο Φοίβος γκρίνιαζε όταν πεινούσε. Κάποια μέρα έκλεψα μια κότα, μια άλλη ένα κουνέλι. Τα έσφαξα, τα ψήσαμε στο δάσος σε ένα καλύβι και τα φάγαμε. Έβρισκα και φρούτα εποχής από τα κτήματα και τα τρώγαμε με το παιδί» καταθέτει ο συζυγοκτόνος.
Τον πρόδωσε η φωτιά
Το πρωί της Κυριακής, οι δύο Αλβανοί εργάτες που πήγαν να κλαδέψουν τις ελιές ενός ελαιώνα σε απόσταση 1-2 χιλιόμετρα από την Ορμύλια, είδαν έξω από την πόρτα του οικήματος που βρισκόταν στο μέσο του χωραφιού, καπνούς από φωτιά. Ήταν ένα δείγμα πως κάποιος βρισκόταν εκεί. Πλησίασαν και στο εσωτερικό του πάνω σε δύο ξαπλώστρες είδαν έναν άνδρα και ανάμεσά στα πόδια του ένα παιδί. Αναγνώρισαν πως ήταν ο καταζητούμενος και ο 5χρονος Φοίβος. Όταν τους αντελήφθη άνοιξαν διάλογο μαζί του προκειμένου να τον πείσουν να παραδοθεί. Ένας από τους εργάτες έστειλε SMS στη σύζυγό του ενημερώνοντας για το τι συνέβαινε. Η γυναίκα επικοινώνησε άμεσα με τον Πέτρο Μαυρομάτη, αδερφό της άτυχης γυναίκας και την αστυνομία. Σχεδόν ταυτόχρονα έφθασαν εκεί μέλη της οικογένειας και οι αστυνομικοί. Ο παππούς πήρε στα χέρια του τον Φοίβο, ενώ οι αστυνομικοί συνέλαβαν τον συζυγοκτόνο, χωρίς εκείνος να προβάλει αντίσταση. Από το ημερολόγιο των ερευνών διαπιστώθηκε ότι ο συγκεκριμένος χώρος είχε ερευνηθεί 8 φορές από αστυνομικούς και εθελοντές. Ο Λέσι τους είπε πως δεν είχε πάει ξανά εκεί αλλά το προηγούμενο βράδυ για να περάσουν την νύχτα. Υποστήριξε πως άλλαζε συνεχώς κατευθύνσεις από εκείνες που κινούνταν αστυνομικοί και εθελοντές, ενώ έμενε κυρίως σε σημεία με υψόμετρο για να ελέγχει την περιοχή γύρω του.
Σύμφωνα με τους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ., ο συζυγοκτόνος δεν δίνει λεπτομέρειες για την άγρια δολοφονία που διέπραξε, κάτι που πιθανόν θα κάνει στον ανακριτή που θα οδηγηθεί σήμερα.