Με ένα εκτενές ρεπορτάζ της, η εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» προσπαθεί να ρίξει φως στο τι μέλλει γενέσθαι στο τηλεοπτικό τοπίο, την ώρα που η έναρξη του διαγωνισμού για τις αδειοδοτήσεις βρίσκεται «προ των πυλών». Συγκεκριμένα, το άρθρο του «Πρώτου
Θέματος», που έχει τον τίτλο «To blame game για τις τηλεοπτικές άδειες» αναφέρει:
«Το παιχνίδι που παίζεται με τις τηλεοπτικές άδειες εδώ και καιρό ανάμεσα στην κυβέρνηση και στους καναλάρχες γίνεται πλέον όλο και πιο χοντρό, αποκτώντας απρόβλεπτες διαστάσεις, καθώς η σκληρή κόντρα που μαίνεται στο προσκήνιο αλλά και στο παρασκήνιο δημιουργεί ισχυρές αναταράξεις στο επιχειρηματικό πεδίο, επηρεάζοντας την πολιτική ατμόσφαιρα και εντείνοντας το κλίμα της γενικευμένης αβεβαιότητας
Η άγρια διελκυστίνδα που εξελίσσεται μέσα από τις δημόσιες συγκρούσεις αλλά και τις ταυτόχρονες υπόγειες συναλλαγές είναι δύσκολο να προβλεφθεί πώς θα καταλήξει, καθώς το τοπίο που ανοίγεται είναι αχαρτογράφητο και η τάξη που θεωρητικά επιχειρείται να μπει με τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να επιβληθεί, τουλάχιστον με τον τρόπο με τον οποίο θέλει να το πράξει η πολιτική ηγεσία.
Στο πλαίσιο αυτό και με πλήθος από γνωστούς και άγνωστους παράγοντες να επιδρούν στην εξίσωση των τεσσάρων καναλιών που θέλει να λύσει η κυβέρνηση, οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές κινούνται με γνώμονα το «φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη», καθώς από τη μια εκτοξεύονται απειλές εκατέρωθεν, ενώ από την άλλη προετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν τα νέα δεδομένα από την τροπολογία που ψηφίστηκε άρον άρον στη Βουλή και τους σκληρούς δικαστικούς αγώνες που θα ακολουθήσουν σε Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η τακτική
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι λίγες ώρες αφότου ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωνε στο Υπουργικό Συμβούλιο την πρόθεση της κυβέρνησής του να περάσει με κατεπείγουσα διαδικασία την επίμαχη τροπολογία, ισχυριζόμενος ότι «η διαπλοκή που βάρυνε με τη σκιά της για πολλά χρόνια το πολιτικό σύστημα, την κοινωνία, την οικονομία της χώρας βιώνει, ίσως, τις τελευταίες μέρες της πρωτοκαθεδρίας της, της εξουσίας της» και ότι «η διαπλοκή το επόμενο διάστημα τελειώνει», ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, ο αρμόδιος (και) για την αδειοδότηση των καναλιών υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς, καθώς και η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Ράνια Σβίγκου, «ακροβολίζονταν» στα -αποκαλούμενα από τους ίδιους- «κανάλια της διαπλοκής» για να περάσουν την κυβερνητική γραμμή που θέλει τους καναλάρχες να… οργανώνουν τις κινητοποιήσεις για το Ασφαλιστικό.
Το -αλά «House of Cards»- τέλος της διαπλοκής
Πίσω από τη θεωρητικά άκαμπτη στάση που τηρείται ένθεν κακείθεν όλοι αναγνωρίζουν ότι το παιχνίδι της διεκδίκησης των τηλεοπτικών αδειών συναρτάται άμεσα με τις πολιτικές εξελίξεις και θα κριθεί σε πολλά στάδια. Διότι μπορεί η κυβέρνηση να επείγεται να επιβάλει την εξουσία της, με αυταρχισμό που αντιστρατεύεται την οικονομική ελευθερία, και να μοιράσει τις άδειες με τρόπο τέτοιο που να της εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη δυνατή υποστήριξη από τα ιδιωτικά μίντια στις δύσκολες επιλογές που είναι υποχρεωμένη να κάνει μετά τη μνημονιακή στροφή, πλην όμως η ρύθμιση την οποία πέρασε από τη Βουλή με τη δύναμη της πλειοψηφίας για να εφαρμοστεί απαιτείται να υπερβεί πολλά εμπόδια που θα βρεθούν στον δρόμο της εξαιτίας του γεγονότος ότι ακολούθησε ανορθόδοξους τρόπους νομοθέτησης.
Οι σκόπελοι του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, από τους οποίους θα περάσει σε πρώτη φάση ο διαγωνισμός που θα προκηρυχθεί τις αμέσως επόμενες ημέρες, δεν είναι οι μόνοι που θα συναντήσει η εφαρμογή της τροπολογίας, την οποία σύσσωμη η αντιπολίτευση χαρακτήρισε «αντισυνταγματική», αφού παρακάμπτει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και αναγορεύει σε απόλυτο ρυθμιστή της μιντιακής αγοράς τον υπουργό Επικρατείας.
Οι Ευρωπαίοι
Εκτός από την εγχώρια, όμως, υπάρχει και η ευρωπαϊκή έννομη τάξη που θα κριθεί αν τηρείται στην προκειμένη περίπτωση, καθώς οι κινήσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. παραλληλίζονται από πολλούς, αφενός, με τις πρόσφατες πρωτοβουλίες της πολωνικής κυβέρνησης που συνάντησαν σφοδρές αντιδράσεις στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και, αφετέρου, με την παλιότερη εμπειρία της κυβέρνησης του κ. Κώστα Καραμανλή από την περιβόητη ρύθμιση για τον Βασικό Μέτοχο που ψηφίστηκε από την Ελληνική Βουλή, με στόχο να αποκλειστούν από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης όσοι αναλάμβαναν δημόσια έργα και κρατικές προμήθειες, πλην όμως ουδέποτε εφαρμόστηκε.
Από πλειάδα, εξάλλου, έγκυρων νομικών με ειδίκευση στο Δημόσιο και Συνταγματικό Δίκαιο επισημαίνεται το σοβαρό ενδεχόμενο να μείνει και πάλι στα χαρτιά η νέα απόπειρα ρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, ενώ οι πληροφορίες θέλουν ακόμη και ανώτατο πολιτειακό παράγοντα να έχει εκφραστεί επιφυλακτικά για το πόσο αποτελεσματική μπορεί να αποδειχθεί η ψηφισθείσα τροπολογία.
Υπό αυτές τις συνθήκες, αρκετοί είναι εκείνοι που, σε πείσμα των πρωθυπουργικών προβλέψεων για το επερχόμενο τέλος της διαπλοκής, προεξοφλούν ότι ο -αλά «House of Cards»- αγώνας που ξεκίνησε θα είναι πολύ μακρύς και η έκβασή του αβέβαιη.
Οι εκπρόσωποι των καναλιών, από την πλευρά τους, φέρονται εξίσου αποφασισμένοι να εξαντλήσουν όλα τα -ένδικα και μη- μέσα που έχουν στη διάθεσή τους. Η εκτίμηση μάλιστα που επικρατεί στην πλειονότητά τους είναι ότι «μόνο με αυταρχικές μεθόδους που μπροστά τους το “μαύρο” το οποίο έπεσε στην ΕΡΤ το 2011 θα μοιάζει με πταίσμα μπορεί να καταφέρει η κυβέρνηση να κλείσει κανάλια που δεν είναι της αρεσκείας της».
Μόνο «χοντρά πορτοφόλια»
Ανεξαρτήτως, πάντως, του αν και πότε θα ευοδωθούν οι (ομολογούμενοι ή ανομολόγητοι) στόχοι της κυβέρνησης που υποκρύπτονται στην απόφαση για περιορισμό του αριθμού των πανελλαδικής εμβέλειας τηλεοπτικών σταθμών με ειδησεογραφικό περιεχόμενο, παλιοί και νέοι παίκτες που ενδιαφέρονται να πάρουν θέση στο μιντιακό στερέωμα εξετάζουν τις συνθήκες που διαμορφώνονται και προετοιμάζονται για όλα τα ενδεχόμενα.
Το γεγονός ότι η πίτα των 200 εκατ. ευρώ της ετήσιας τηλεοπτικής διαφήμισης θα μοιράζεται πλέον σε λιγότερα κομμάτια συνιστά επιπλέον κίνητρο για επιχειρηματίες που θέλουν πραγματικά να επενδύσουν. Αναμφίβολα, άλλωστε, το παιχνίδι εφεξής θα απευθύνεται αποκλειστικά και μόνο σε «χοντρά πορτοφόλια», καθώς οι οικονομοτεχνικές μελέτες που έχουν γίνει καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι για να είναι βιώσιμη μια επένδυση σε τηλεοπτική άδεια απαιτούνται κεφάλαια της τάξεως των 40-50 εκατ. ευρώ σε βάθος τριετίας.
Ο Μαρινάκης
Με μια τέτοια μελέτη ανά χείρας ετοιμάζεται, κατά πληροφορίες, να μπει δυναμικά στο παιχνίδι ο επιχειρηματίας στον χώρο της ναυτιλίας Βαγγέλης Μαρινάκης, ο οποίος ζητάει άδεια και βάζει έως 50 εκατ. ευρώ για την απόκτηση δικού του καναλιού. Ο -και- πρόεδρος του Ολυμπιακού θέλει να ενισχύσει την παρουσία του στον χώρο των μέσων ενημέρωσης, συνεχίζοντας τις επιτυχημένες επιχειρηματικές κινήσεις που έχει κάνει ως τώρα στη ναυτιλία και στον αθλητισμό.
Ο ίδιος, σύμφωνα με συνομιλητές του, θεωρεί ότι υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες είναι ένα από τα πλέον δύσκολα εγχειρήματα, αλλά φέρεται αποφασισμένος να αναλάβει το επιχειρηματικό ρίσκο και να πετύχει.
Οι περίπλοκες σχέσεις στο MEGA
Κομβικό ζήτημα για τις εξελίξεις θεωρείται η τύχη που θα έχει το MEGA εξαιτίας τόσο των εγγενών προβλημάτων οικονομικής βιωσιμότητας που αντιμετωπίζει όσο, πολύ περισσότερο, και της εμβληματικής σημασίας η οποία αποδίδεται από κυβερνητικούς παράγοντες στον ρόλο του ως «διαχρονικού συνώνυμου της διαπλοκής». Είναι γνωστή, άλλωστε, η πολύχρονη διαμάχη ανάμεσα στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με το Μεγάλο Κανάλι, όπως και με ορισμένα από τα στελέχη του που κατά καιρούς γίνονται στόχοι επιθέσεων.
Στους παροικούντες τη μιντιακή Ιερουσαλήμ θεωρείται δεδομένο ότι, για λόγους τουλάχιστον συμβολικούς, θα επιδιωχθεί να εφαρμοστεί η εκπεφρασμένη διάθεση κυβερνητικών παραγόντων να εξαιρεθεί το άλλοτε «Κανάλι των Εκδοτών» από τη νέα αδειοδότηση. Πέραν των συμβολισμών, όμως, που σχετίζονται με το γεγονός ότι δεν θα δικαιολογηθεί το όλο κυβερνητικό εγχείρημα, εφόσον το MEGA μείνει αλώβητο και εξακολουθήσει να ελέγχεται από τους σημερινούς ιδιοκτήτες, οι οποίοι ετοιμάζουν αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για να διεκδικήσουν, εφόσον προχωρήσει μία από τις άδειες. Μάλιστα, εκτός από την αλλαγή σύνθεσης στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, μπορεί να αλλάξει ακόμη και όνομα, αφού θεωρείται βάρος για τη δημόσια εικόνα του καναλιού στην κοινωνία.
Για την κυβέρνηση, όπως αναδείχθηκε και από τα λεγόμενα του κ. Τσίπρα στη Βουλή, το πρόβλημα φαίνεται να είναι, σε αυτή τη φάση, η παρουσία του ισχυρού άνδρα του ΔΟΛ Σταύρου Ψυχάρη, τον οποίο «φωτογράφισε» ο πρωθυπουργός όταν αναφέρθηκε υπαινικτικά σε ζητήματα με το «πόθεν έσχες», αποστροφή που θεωρήθηκε από βουλευτές ως μήνυμα προς τον εκδότη των «Νέων» και του «Βήματος» -που τελευταία αποφάσισαν να περάσουν στην αντιπολίτευση- να μην επιμείνει στη διεκδίκηση τηλεοπτικής άδειας.
Αντιθέτως, σε φάση πλήρους εξομάλυνσης είναι εδώ και καιρό οι σχέσεις του Μεγάρου Μαξίμου με τον έτερο πόλο εξουσίας στο MEGA, τον όμιλο Μπόμπολα, όπως εύκολα μπορεί να αναγνωρίσει όποιος ξεφυλλίσει το «Εθνος», το οποίο φιλοξενεί συχνά συνεντεύξεις του κ. Τσίπρα (που έχει, αντιθέτως, αποκλείσει το MEGA) και η αντιπολίτευση την οποία ασκεί είναι εφάμιλλη της «Εφημερίδας των Συντακτών», κάποιες φορές δε ηπιότερη και από την «Αυγή». Δεν πέρασαν, άλλωστε, απαρατήρητοι οι ηπιότεροι από ποτέ τόνοι που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός για να περιγράψει -γενικώς και αορίστως- τη διεκδίκηση δημοσίων έργων από ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης.
Με μεσολάβηση, εξάλλου, από τα ηγετικά κλιμάκια του Πήγασου, του εκδοτικού βραχίονα της οικογένειας Μπόμπολα, που είναι σε αγαστή συνεργασία με τον πρωθυπουργικό περίγυρο, διευθετήθηκε η συμφωνία για… αποχή από το στούντιο των ειδήσεων του Μεγάλου Καναλιού του σχολιαστή Γιάννη Πρετεντέρη κατά τη συνέντευξη που έδωσε το βράδυ της Τετάρτης ο κ. Παππάς, ο οποίος απάντησε, όπως είχε συμφωνηθεί, μόνο σε ερωτήσεις της παρουσιάστριας Ολγας Τρέμη. Στις εξελίξεις που θα δρομολογηθούν στο MEGA κεντρικό ρόλο θα διαδραματίσουν και οι τελικές αποφάσεις που θα ληφθούν από τον επικεφαλής του ομώνυμου επιχειρηματικού ομίλου Βαρδή Βαρδινογιάννη. Ο τελευταίος, που τηρεί «στάση ευμενούς ουδετερότητας» έναντι της κυβέρνησης, έχει δεσπόζουσα θέση και στο STAR, το οποίο διαθέτει υγιέστερες επιχειρηματικές βάσεις. Η υπό τον κ. Πάνο Κυριακόπουλο διοίκηση του καναλιού παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις διαμορφούμενες εξελίξεις και στελέχη της δεν αποκλείουν να διεκδικηθεί μία από τις νέες άδειες που μπορεί να προκηρυχθούν μέσα από ένα ευρύτερο συμμαχικό σχήμα.
Συμμαχίες και αυτόνομες πορείες
Η τροπή των πραγμάτων, πάντως, θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο ο κ. Ψυχάρης θα καταφέρει να βρει τα απαιτούμενα κεφάλαια για να καλύψει τη μετοχική συμμετοχή του στο Μεγάλο Κανάλι, γεγονός το οποίο απεύχεται το ίδιο με την κυβέρνηση και ο κ. Φώτης Μπόμπολας. Ωστόσο, ουδείς μπορεί με βεβαιότητα να προβλέψει την τελική κίνηση του κ. Ψυχάρη που, κατά πολλούς, «δεν μπορεί να θεωρείται εύκολος στόχος».
Μετά την ευόδωση ή μη της συγκεκριμένης προσπάθειας θα ανοίξουν τα χαρτιά τους και οι άλλοι δύο επιχειρηματικοί όμιλοι -Μπόμπολα και Βαρδινογιάννη- που προετοιμάζονται για τα μελλούμενα, δίνοντας έμφαση σε νέες συμμαχίες που μπορούν να συναφθούν. Ο όμιλος Βαρδινογιάννη σχεδιάζει να διευρύνει τη συνεργασία που ήδη έχει με τις Αττικές Εκδόσεις του κ. Θεοχάρη Φιλιππόπουλου, ενώ ο όμιλος Μπόμπολα προσανατολίζεται να ενισχύσει τους δεσμούς που μέσω στοιχηματικής εταιρείας διατηρεί με τον κινούμενο στα διαδικτυακά μέσα κ. Δημήτρη Μάρη.
Με εξαίρεση, πάντως, την αγωνία που επικρατεί στο MEGA, από τα υπόλοιπα υφιστάμενα κανάλια εκτιμάται ότι ακόμη και αν προχωρήσει το κυβερνητικό σχέδιο για περιορισμό των αδειών, μόνο οι μικρότεροι σταθμοί πανελλαδικής εμβέλειας, όπως το ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ TV που ανήκει στον όμιλο ANTENNA και το Ε του κ. Φίλιππου Βρυώνη, μπορεί να αντιμετωπίσουν πρόβλημα διατήρησης του σημερινού τους χαρακτήρα ως ειδησεογραφικοί πανελλαδικής εμβέλειας.
Με αισιοδοξία ατενίζουν τις όποιες εξελίξεις οι ιθύνοντες του ΑΝΤ1, καθώς o επιχειρηματίας στον οποίο ανήκει -η οικογένεια Κυριακού- έχει λάβει εγκαίρως τα μέτρα του, εξορθολογίζοντας το κόστος λειτουργίας, μειώνοντας τις δαπάνες και περιορίζοντας τις δανειακές υποχρεώσεις. Ακόμη, ο ΑΝΤ1 είναι πρώτος στην τηλεθέαση, ενώ η οικογένεια Κυριακού έχει πολυσχιδή δραστηριότητα στο εξωτερικό πέραν της ναυτιλίας. Ειδικά ο κ. Θοδωρής Κυριακού έχει μεγάλη επιτυχία και σε media εκτός Ελλάδας, μάλιστα πρόσφατα ανακοίνωσε επέκταση και σε άλλες χώρες. Παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, ούτε ο ΣΚΑΪ του κ. Γιάννη Αλαφούζου αναμένεται να αντιμετωπίσει πρόβλημα λουκέτου λόγω της αντικυβερνητικής γραμμής που τηρεί, αφού, όπως λένε γνωρίζοντες, «έχει λεφτά και θα βάλει όσα χρειαστεί για να πάρει άδεια». Κατά την έκφραση συνεργατών του, «ο Αλαφούζος δεν μασάει», καθώς, όπως ο ίδιος έχει πει στον κύκλο του: «Ας έρθουν να με κλείσουν και τα λέμε...».
Τέλος, ο Alpha αποτελεί ειδική περίπτωση, μια που παρά τις διώξεις που αντιμετωπίζει ο πολύπειρος επιχειρηματίας Δημήτρης Κοντομηνάς, το μαγαζί είναι αυτόνομο, χωρίς χρέη, διαθέτει υψηλές τηλεθεάσεις, άρα είναι πολύφερνη νύφη.
Κάποιοι έφυγαν νωρίς
Το κυβερνητικό σχέδιο, ωστόσο, για περιορισμένο αριθμό αδειών, αντί να αυξήσει τον ανταγωνισμό, όπως διατείνονται ότι επιδιώκουν κυβερνητικοί αξιωματούχοι, μάλλον αποτρέπει επιχειρηματίες από την εμπλοκή τους στα μίντια, ενώ δύσκολα θα τοποθετηθούν χρήματα από επιχειρηματίες εκτός Ελλάδας.
Δεν είναι μόνο τα ασόβαρα σενάρια περί Τούρκων καναλαρχών, που θεωρούνται κυβερνητική γκάφα η οποία μαρτυρά την επιπολαιότητα με την οποία κινούνται οι αρμόδιοι, αλλά και το γεγονός ότι μια σειρά σοβαρών ομίλων που βολιδοσκοπήθηκαν σχετικά ή έδειξαν πρόθεση να εμπλακούν απέσυραν πολύ νωρίς το ενδιαφέρον τους.
Αναφέρεται, για παράδειγμα, ο κ. Πάρης Μουράτογλου που δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στη Γαλλία, όπως και η κυρία Μαριάννα Λάτση, του ομώνυμου ομίλου, που προσεγγίστηκαν από διάφορες πλευρές για να βάλουν λεφτά, αλλά η τελική τους προαίρεση ήταν αρνητική. Η κυρία Λάτση, μάλιστα, λένε πληροφορίες, «οργίστηκε από τη συμπεριφορά επίδοξων συνεργατών της».
Η φημολογούμενη, τέλος, εμπλοκή της κυρίας Γιάννας Αγγελοπούλου δεν έχει υπόσταση, λένε πηγές που γνωρίζουν κάποιες από τις πολλές παρασκηνιακές επαφές και κρούσεις που έγιναν το προηγούμενο διάστημα και θα συνεχιστούν εάν και εφόσον προχωρήσει το κυβερνητικό σχέδιο.
Πηγή: Πρώτο Θέμα