powered by Agones.gr - livescore

Πέμπτη

Αποκαλυπτήρια προτομής Καπετάν Χάψα στην Κρυοπηγή 13-12-15

Μνημείο στα Βασιλικά
Τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Χαλκιδικιώτη Ήρωα Καπετάν Χάψα, θα πραγματοποιηθούν σε ειδική τελετή στην Κρυοπηγή, την Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015 και ώρα 10.30 στο χώρα της Παλιάς Βρύσης.
Την προτομή φιλοτέχνησε ο Κασσανδρινός Γλύπτης κ. Παρασκευάς Μάγειρας ο οποίος θα είναι και ο ομιλιτής.
Πρόγραμμα εκδήλωσης.

07.00-10.00 Εκκλησιασμός στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Κρυοπηγής.
10.00 Μετάβαση στον χώρο του μνημείου.
10.30 Επιμνημόσυνη Δέηση
10.40 Τέλεση Αποκαλυπτηρίων

Ο Δήμαρχος Κασσάνδρας    Ο Πρόεδρος της ΚΕΔΗΚ
Κυρίτσης Βασίλειος                Κουκοβίνος Χαρίλαος  


ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ ΜΑΓΕΙΡΑΣ - ΓΛΥΠΤΗΣ (1965-) :
Ο Παρασκευάς Μάγειρας γεννήθηκε το 1965 στην Καλάνδρα Χαλκιδικής, όπου και ζει μόνιμα μέχρι σήμερα. Είναι αυτοδίδακτος και άρχισε να κάνει τα πρώτα του γλυπτά το 1982, από πωρόλιθο. Η αρχαία ελληνική γλυπτική καθώς και ο χώρος στον οποίο ζει, τον επηρέασε, ώστε να καταλάβει από πολύ νωρίς τον ιδιαίτερο τρόπο έκφρασης και επικοινωνίας που φανερώνεται με την μαγεία της τέχνης. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 φοίτησε για δυο χρόνια στο Λύκειο Πολυγύρου και το 1984 παρακολούθησε, για πολύ μικρό χρονικό διάστημα, μαθήματα σχεδίου κοντά στον Ολλανδό καλλιτέχνη Hans Van Beeck. Το 1988 γνωρίστηκε με τον γλύπτη Γιώργο Σωτηρίου, ο οποίος του στάθηκε πολύτιμος σύμβουλος και επηρέασε την καλλιτεχνική του πορεία. Το 2000 έγινε μέλος του Συλλόγου Καλλιτεχνών Εικαστικών Τεχνών Βορείου Ελλάδος (Σ.Κ.Ε.Τ.Β.Ε.). Έχει κάνει μέχρι σήμερα πολλές ατομικές εκθέσεις και πήρε μέρος σε πολλές ομαδικές σε Ελλάδα και εξωτερικό (Αγγλία, Γερμανία). Τα έργα του είναι κυρίως από πωρόλιθο και μάρμαρο. Έργα του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Στην Καλάνδρα Χαλκιδικής διατηρεί μόνιμο εκθετήριο με γλυπτά.
Παράλληλα με τη γλυπτική έχει αναπτύξει και αξιοσημείωτη συγγραφική δραστηριότητα με θέματα που αφορούν κυρίως την ιστορία και τη λαογραφία της χερσονήσου της Κασσάνδρας. Αναφέρουμε ενδεικτικά τις εκδόσεις του, «Μένδη Καλάνδρα», Θεσσαλονίκη 1996, «Αρχαία Σκιώνη-Τσαπράνι», Θεσσαλονίκη 1997, «Αρχαίες λατρείες και ιερά στην χερσόνησο της Κασσάνδρας», Θεσσαλονίκη 1997, «Εποχή του λίθου και του χαλκού στην Κασσάνδρα», Κασσάνδρεια 1998, «…και Νέης Πόλιος και Αίγης και Θεράμβω…», Κασσάνδρεια 1999, «Μενδαίος Οίνος», Κασσάνδρα 2001, ενώ υπό έκδοση βρίσκεται η μελέτη του «Λιθανάγλυφα και επιγραφές σε παλιά σπίτια στην Καλάνδρα».




ΚΑΠΕΤΑΝ ΧΑΨΑΣ (ΚΑΨΑΣ)


Μνημείο του καπετάν Χάψα στο σημείο της μάχης των Βασιλικών, έξω από τη μονή Αγίας Αναστασίας
Ο Στάμος Κάψας (το πραγματικό του ήταν Κάψας και όχι Χάψας) γεννήθηκε στα Παζαράκια (Κρυοπηγή) Χαλκιδικής στα τέλη του 18ου αιώνα. Μετοίκησε σε νεαρή ηλικία στη Συκιά Χαλκιδικής προς αναζήτηση εργασίας. Σύντομα ήρθε σε ρήξη με τους τοπικούς Τούρκους άρχοντες και ξεκίνησε κλέφτικη δράση. Καταξιώθηκε έτσι στα χωριά της Σιθωνίας, στο Χολομώντα και στα Χασικοχώρια (περιοχή Πολυγύρου).

Κατά το ξέσπασμα της επανάστασης, ήταν σερδάρης (χωροφύλακας) της Ιεράς Κοινότητας Αγίου Όρους, στις Καρυές. Στις 23 Μαρτίου του 1821 ο Εμμανουήλ Παπάς αποβιβάστηκε στη χερσόνησο του Άθω μεταφέροντας όπλα και πολεμοφόδια με τη βοήθεια Αινιτών και Ψαριανών καπεταναίων. Εκεί συναντήθηκε με το Στάμο Χάψα και προχώρησαν στη συγκρότηση του επαναστατικού στρατού. Με τη βοήθεια του μητροπολίτη Μαρωνείας Κωνστάντιου στρατολογήθηκαν 1.000 μαχητές μοναχοί. Στο μεταξύ ο Στάμος Κάψας στρατολόγησε άνδρες από όλη τη Χαλκιδική με σχετική ευκολία, λόγω του κύρους που είχε αποκτήσει από την πρότερη δράση του. Οι μαχητές ήταν κυρίως από την Κασσάνδρα, τα Χασικοχώρια και τη Σιθωνία και ιδιαίτερα από τη Συκιά. Το σώμα του Στάμου Χάψα φτάνει τους 2.000 άνδρες. Οι Οθωμανοί μέσα σε αυτό το κλίμα, φοβούμενοι την κλιμάκωση των γεγονότων, προβαίνουν σε ωμότητες εις βάρος των Ελληνικών πληθυσμών στη Θεσσαλονίκη και στον Πολύγυρο. Έτσι, αρχίζουν μικρές επαναστατικές εστίες σε διάφορα σημεία των περιοχών της Χαλκιδικής, της Θεσσαλονίκης και των Σερρών. Οι επαναστάτες είναι πλέον πίσω από τα γεγονότα. Σε έκτακτη σύσκεψη στο Άγιο Όρος την 17η Μαΐου του 1821 ο Εμμανουήλ Παπάς κηρύσσει επίσημα την επανάσταση στη Βόρεια Ελλάδα και αποφασίζεται να διασπαστεί ο επαναστατικός στρατός σε δύο τμήματα. Ο Εμμανουήλ Παπάς με τους Μαδεμοχωρίτες και τους μοναχούς, συνολική δύναμη 1.900 άνδρες κατευθύνονται στη Ρεντίνα, προκειμένου να σταματήσουν τις Οθωμανικές δυνάμεις που έρχονταν από Δράμα και Κωνσταντινούπολη, στα Μακεδονικά Τέμπη.

Ο Στάμος Κάψας με υπαρχηγό των Αναστάσιο Χυμευτό και συνολική δύναμη 2.000 ανδρών κατευθύνονται προς κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Ο επαναστατικός στρατός του Στάμου Κάψα προελαύνει και απελευθερώνει το ένα μετά το άλλο τα χωριά και τις πόλεις της περιοχής. Προελαύνει σε Κομίτσα, Ιερισσό, Αρναία, Άγιο Πρόδρομο, Γαλάτιστα και Βασιλικά. Στα Βασιλικά οι επαναστάτες ενώθηκαν με τα ένοπλα σώμα των Βασιλικιωτών και των Βαβδινών. Τελικά οι επαναστάτες στρατοπεδεύουν στη Θέρμη (8 Ιουνίου 1821), προκειμένου να ανασυνταχθούν για την τελική επίθεση στη Θεσσαλονίκη. Ακολούθησε μάχη κοντά στη σημερινή Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή με το ιππικό του Αχμέτ μπέη των Γιαννιτσών. Οι Τούρκοι ηττήθηκαν.

Η φήμη του έχει φτάσει μέχρι τη Θεσσαλονίκη, όπου οι Θεσσαλονικείς περιμένουν να τον υποδεχτούν ως απελευθερωτή. Τότε του προσάπτεται και το προσωνύμιο καπετάν Χάψας, με την έννοια ότι έχαφτε τους Τούρκους.

Ο Αυστριακός πρόξενος στην Θεσσαλονίκη, που παρακολουθούσε από κοντά τα γεγονότα, σε αναφορά του προς τον Αυστριακό Καγκελάριο Κλέμενς φον Μέττερνιχ αναφέρει μεταξύ άλλων:

    «Η Ελληνική επανάσταση, που έχει ξεσπάσει κιόλας σε πολλές επαρχίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, προκαλεί τη γενική κατάπληξη. Σταματούν οι δουλειές και όπου υπάρχουν πολλοί Έλληνες οι εχθροπραξίες είναι ανοιχτές… Κινήσεις ζωηρές γίνονται και στη Θεσσαλονίκη μέρα μεσημέρι, επειδή οι επαναστάτες βρίσκονται μόνο λίγες ώρες μακρυά. Βρίσκονται σε ένα χωριό που ονομάζεται Γαλάτιστα και ξεσηκώνουν παντού τις ψυχές των κατοίκων… Πολυάριθμα πολεμικά καράβια με ξεχωριστή καινούρια σημαία λυμαίνονται τη θάλασσα, συλλαμβάνουν τουρκικά πλοία, κάνουν νηοψίες στα πλοία των Ευρωπαϊκών δυνάμεων, που όμως τα σέβονται… Στο μεταξύ εδώ αυξάνονται οι αταξίες. Η αδημονία και ο γενικός φόβος, μήπως οι Έλληνες χτυπήσουν από στεριά και θάλασσα την πόλη υπάρχει διάχυτος, αν και η κυβέρνηση έχει συλλάβει ως ομήρους τους πιο πλούσιους Έλληνες που ασκούν και την πιο μεγάλη επιρροή.»

Τα νέα όμως από το μέτωπο του Εμμανουήλ Παπά δεν είναι καλά, καθώς ο τελευταίος αναγκάζεται σε οπισθοχώρηση μετά τις μάχες της Ρεντίνας και της Απολλωνίας με τις υπέρτερες και καλύτερα οπλισμένες Οθωμανικές δυνάμεις από τη Δράμα και την Κωνσταντινούπολη. Ο Εμμανουήλ Παπάς με μόνο 200 αγωνιστές μέσω Πολυγύρου σπεύδει να ενωθεί με το σώμα του Χάψα. Τελικά οι επαναστάτες του Χάψα οπισθοχωρούν από τη Θέρμη στα Βασιλικά, όπου ενώνονται με τους 200 αγωνιστές του Εμμανουήλ Παπά.

Ο Εμπού Λουμπούτ πασάς της Θεσσαλονίκης έχει συγκεντρώσει πλεόν 35.000 τακτικό στρατό (30.000 πεζούς και 5.000 ιππείς υπό τον Μπαϊράμ πασά) και σπεύδει να αναμετρηθεί με τους επαναστάτες στα Βασιλικά. Ο καπετάν Χάψας επέλεξε ως σημείο μάχης τη στενωπό της κοιλάδας του Ανθεμούντα, κοντά στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας. Τότε ο Στάμος Κάψας αποφασίζει να στείλει τον Αναστάσιο Χυμευτό με τμήμα του στρατού, στην Κασσάνδρα προκειμένου να εξασφαλίσει την περιοχή από ενδεχόμενη απόβαση Οθωμανικών στρατευμάτων μέσω θαλάσσης.

Η μάχη που διεξάγεται είναι άνιση και ο καπετάν Χάψας διαβλέπει τον κίνδυνο πανωλεθρίας, καθώς οι Οθωμανοί προβαίνουν σε σφαγές αμάχων στα Βασιλικά. Τότε, αποφασίζεται, με υπόδειξη του Βασιλικιώτη προύχοντα Γεωργίου Κοτζιά, η οχύρωση εντός του μοναστηριού της Αγίας Αναστασίας, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι Οθωμανοί. Στις διαπραγματεύσεις του Εμμανουήλ Παπά με τους μοναχούς, συμφωνείται τελικά η είσοδος μόνο των αμάχων και των γυναικοπαίδων από τα Βασιλικά και τη Γαλάτιστα. Έτσι, ο καπετάν Χάψας αποφασίζει να μείνει στο πεδίο της μάχης με 67 μαχητές, ενώ ο Εμμανουήλ Παπάς με το υπόλοιπο στράτευμα να συνοδέψει τα γυναικόπαιδα στη μονή.

Η αυτοθυσία και ο ηρωισμός του καπετάν Στάμου Χάψα ήταν συγκινητικός, καθώς αγωνίστηκε μέχρις εσχάτων ώστε να εξασφαλίσει τη σωτηρία των αμάχων. Στο πεδίο της μάχης, τη 10η Ιουνίου του 1821 σκοτώθηκαν και οι 68 αγωνιστές (οι περισσότεροι από τη Συκιά) μέχρις ενός. Σήμερα το σημείο αυτό ονομάζεται «Κομμένοι» ή «Συκιωτούδια» και έχει κατασκευαστεί μνημείο της θυσίας. Στη μαρμάρινη πλάκα αναγράφει:

ΤΟ ΜΑΚΕΔΝΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΕΝΟΣ ΠΡΟΜΑΧΕΙ ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΝ ΠΑΝΕΛΛΗΝ


.