powered by Agones.gr - livescore

Παρασκευή

Ποιος ήταν ο Αντρέας που τον χτυπούσαν το βράδυ στην ταράτσα-Το πρόσωπο πίσω από τον αντιδικτατορικό ύμνο του Μίκη Θεοδωράκη.

Το πρόσωπο πίσω από τον αντιδικτατορικό ύμνο του Μίκη Θεοδωράκη
Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα / μετρώ τους χτύπους το αίμα μετρώ / πίσω απ’ τον τοίχο πάλι θα ’μαστε παρέα / τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ», τραγουδούσε ο Μίκης Θεοδωράκης στο «Σφαγείο» του.
Η αντιδικτατορική κραυγή περιλαμβανόταν στο έργο «Τα
τραγούδια του Ανδρέα», έναν φόρο τιμής στον φίλο, συναγωνιστή και συγκρατούμενο του Μίκη στο ανατριχιαστικό κτίριο της Ασφάλειας στην οδό Μπουμπουλίνας, «ένα ελάχιστο δείγμα της αγάπης και του θαυμασμού μου στο πρόσωπό του», όπως έλεγε ο Μίκης.

ΤΟ ΣΦΑΓΕΙΟ - ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ - 17 ΝΟΕMΒΡΗ 1973

Ο Θεοδωράκης θυμόταν στο αυτοβιογραφικό του έργο «Το χρέος»: «ΚΕΛΙ ΑΡ.3. Το κελί των γυναικών. Στον τοίχο κολλημένες φωτογραφίες παιδιών. Το γυναικείο άρωμα κρέμεται από το ταβάνι. Πλησιάζω το παράθυρο. Ο φωταγωγός. Η ταράτσα. Ο θόρυβος των γραφείων. Οι άγριες φωνές. Χτυπώ. Πλάι στο αποχωρητήριο, το πρώτο μου κελί. Ο ιούδας ανοιχτός. Βάζω βιαστικά το μάτι. Ο Αντρέας! Υποχωρώ. Ένα μάτι με παρατηρεί. Μετά μεγαλώνει. Μπαίνω στο ‘‘μέρος’’. Χτυπώ τον τοίχο συνθηματικά. Ξαναβγαίνω. Μια γρήγορη ματιά. Ο Αντρέας καθισμένος κατάχαμα, χορεύει! Μεσ’ στο κελί ετοιμάζω το Μορς των φυλακών».

Και συνεχίζει: «Μετά ξαπλώνω πλάι στον τοίχο κι αρχίζουμε το κουβεντολόι. Ο Αντρέας μου διηγήθηκε τη δράση του και τη σύλληψή του. Τις ανακρίσεις και το μαρτύριό του πάνω στην ταράτσα. ‘‘Με χτυπούσαν με μικρούς σάκκους γιομάτους με άμμο στο κεφάλι, γιατί γνώριζαν πως είχα μετατραυματική επιληψία…’’».

Μίκης και Ανδρέας βρέθηκαν σε γειτονικά κελιά στον τέταρτο όροφο της Γενικής Ασφάλειας στην Μπουμπουλίνας, αν και ήταν φίλοι από παλιά. Ο Ανδρέας του Θεοδωράκη ήταν ο Ανδρέας Λεντάκης, σημαντικό στέλεχος της Αριστεράς με πλούσια αντιδικτατορική δράση. Ασίγαστο μέλος του φοιτητικού κινήματος και πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπέστη τα πάνδεινα από τη Χούντα των Συνταγματαρχών ως ιδρυτικό στέλεχος της Νεολαίας Λαμπράκη. Στη φυλακή και την εξορία παρέμεινε τέσσερα ολόκληρα χρόνια.
Μεταπολιτευτικά, ήταν ιδρυτικό μέλος και βουλευτής του Συνασπισμού και δήμαρχος Υμηττού, αν και το 1993 προσχώρησε στην Πολιτική Άνοιξη του Σαμαρά, με την οποία εκλέχτηκε ξανά βουλευτής. Άφησε επιπλέον πλούσια αρθρογραφία σε πολιτικά περιοδικά και εφημερίδες και έγραψε πολύ, από πολιτικά, ιστορικά και αρχαιολογικά πονήματα μέχρι και λογοτεχνία.
Έφυγε από τον κόσμο από καρδιακή προσβολή το 1997, σε ηλικία 62 ετών. Θα τον θυμόμαστε πάντα από αυτό το «τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ», που όμως μας λέει ο Μίκης «που πάει να πει σ’ αυτή τη γλώσσα τη βουβή βαστάω γερά, κρατάω καλά»…