powered by Agones.gr - livescore

Δευτέρα

Μάριος Σπηλιόπουλος :«Είμαι πολίτης σε αναστολή…»

φωτο Βασίλης Μαθιουδάκης
Μία το μεσημέρι. Κυριακή. Ο Μάριος Σπηλιόπουλος, (@sn γεννήθηκε στον Πολύγυρο) ο ζωγράφος, ο εικαστικός και σκηνογράφος, ο καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών, φτάνει στο καφέ και, όπως συνήθως, καταλαμβάνει όλο τον αέρα με την πληθωρική του προσωπικότητα.
Αγκαλιές, φιλιά, «χαθήκαμε». Το τηλέφωνό του χτυπά. «Είναι οι καινούργιοι ζωγράφοι, στήνουμε την έκθεση για την πτυχιακή τους».

Δίνει οδηγίες, «ναι, εκεί θα βάλεις το έργο σου, εκεί που ζήτησες», «αυτά τα παιδιά πού έχουν το μυαλό τους;», τα καθοδηγεί, τα μαλώνει καμιά φορά, τα αγαπάει. «Τέλος, δεν ξανασηκώνω τηλέφωνο, ειδοποιήστε και τους άλλους».
Μέχρι να πιει τις πρώτες γουλιές απ’ τον καφέ του, εγώ φαντάζομαι πως στην άλλη άκρη της γραμμής, αυτό το φθινοπωρινό ζεστό μεσημέρι, ένα πολύβουο καλλιτεχνικό μελίσσι νέων παιδιών δουλεύει για να καταθέσει όσο μπορεί καλύτερα το μέλι της ψυχής του και να το προσφέρει.
Πάμε πάνω, του λέω, είναι ήσυχα. Το πατάρι του Musique Café μάς περιμένει, μας φιλοξενεί. Είμαστε μόνοι. Βλέπουμε από ψηλά τις θέσεις μας, εκεί που ήμασταν λίγο πριν, και τα άλλα τραπέζια, με παρέες, με ζευγάρια, με μοναχικούς. Αφήνουμε τον έξω κόσμο.
Στο μεγάλο ξύλινο τραπέζι τοποθετεί μικρά κουτιά αναμνήσεων, ανοιχτές τηλεοράσεις με στιγμιότυπα από τη ζωή του, κι όπως κάθε φορά που φτιάχνει ένα έργο διαλέγει σε ποιο κουτί θα μπει, έτσι και τώρα: με πιάνει απ’ το χέρι και βουτάμε μαζί.
Πότε διαλέγει αυτός πού πάμε και πότε εγώ. 

Μάριος Σπηλιόπουλος Βασίλης Μαθιουδάκης

Το «Αντιμνημείο» 

• Βγαίνουμε στο «Αντιμνημείο», την πρώτη σου έκθεση. Πού είμαστε; 
1987. Το «Αντιμνημείο» προέκυψε απ’ αυτό το σκουλήκι που με τρώει με την Αριστερά. Μόλις είχα απολυθεί, με μια τεράστια ορμή για να κάνω πράγματα. Είμαστε στο Πολυτεχνείο. Δίπλα δίπλα με την Αρχιτεκτονική. Βλέπουμε τη γιορτή του Πολυτεχνείου να μετατρέπεται σε πανηγυράκι με σουβλάκια. Θέλαμε να τους θυμίσουμε την εξέγερση και με δύο συμφοιτητές μου διαλέξαμε το αίθριο της Αρχιτεκτονικής. 
• Γιατί; 
Χωροταξικά ήταν η καρδιά, το κέντρο του Πολυτεχνείου. Επρεπε να πείσουμε όμως αρχικά τις κομματικές οργανώσεις. Ηταν η πρώτη φορά που ένιωσα λογοκρισία. «Τι θα κάνετε ακριβώς;», «Πώς θα γίνει;» και τέτοια… 
• Τι ήθελες να κάνεις; 
Θέλαμε να βάλουμε μια λίμνη όπου στα νερά της θα αντικατοπτριζόταν όλο το κτίριο κι ένα μαύρο πανί 38 μέτρα από την οροφή που κατέβαινε μέσα στη λίμνη, κεράκια και φτιαγμένα με πίσσα αντικείμενα σπαρμένα παντού. Σπασμένα πλακάτ, καμένα λάστιχα, ρούχα και παπούτσια, όπως είχα δει σε φωτογραφίες από τη μέρα της εξέγερσης… Ηταν το δικό μας «Αντιμνημείο». 
• Ηταν η πρώτη σου εικαστική εγκατάσταση; Αυτό που λέμε τώρα Instalation; 
Κανείς δεν ήξερε τότε γι' αυτά τα πράγματα. Εμείς αυτομορφωθήκαμε. Για να καταλάβεις, η ιστορία της τέχνης τελείωνε με τη μακαρίτισσα την Ειρήνη Φλώρου στη δεκαετία του ’60. Είμαστε η γενιά που αυτομορφώθηκε… 
• Είχαν αντιρρήσεις οι συνδικαλιστικές παρατάξεις; 
Εγώ τότε ήμουν ανένταχτος… Ημουνα σε μια περίοδο ψαξίματος, είχα αποστασιοποιηθεί από τον Συνασπισμό. Παλιά ήμουν στον Ρήγα. Ηρθαν λοιπόν τότε και μας είπαν οι οργανώσεις «τι είναι αυτά που κάνετε; Το Πολυτεχνείο είναι εξεγερσιακό, εσείς το κάνατε μνημόσυνο; Ε, πλακωθήκαμε με πολλούς, μπήκαν και κάτι αναρχίζοντες, δεν υπήρχαν τότε μπαχαλάκηδες, τελικά το κάναμε… Η επιτυχία ήταν μεγάλη! Αυτό μου έδωσε τη χαρά και τον αέρα για να αρχίσω να σκέφτομαι προς αυτήν την κατεύθυνση. Ηταν abnormal τότε… Αυτή η έκθεση με στοίχειωσε. Αυτό θέλω να κάνω και τώρα, socialart, αλλά είναι δύσκολο… 
• Γιατί; 
Δεν υπάρχει χρηματοδότηση. Η κρίση δεν είναι ευκαιρία, η κρίση είναι καταστροφή του κοινωνικού ιστού. Είναι παπαριές ότι η κρίση δίνει άλλη θέαση. Είναι ενάντια στις τέχνες, γιατί είναι ενάντια στον άνθρωπο. Ο καλλιτέχνης εμπνέεται από τη δυσκολία αλλά παράγει σε ήρεμα νερά. Φοβάμαι τα επίκαιρα έργα… 
• Τι εννοείς; 
Πάρε για παράδειγμα τον Αϊ Γουέι Γουέι, για μένα ήταν ένας καλός καλλιτέχνης και τώρα είναι ένας καραγκιόζης, και το λέω. Δεν μπορείς να περιγράψεις έτσι τον πόνο των ανθρώπων… ξαπλώνοντας σε μια ακρογιαλιά. 
• Η προσφυγιά είναι όμως μέσα σε παλιότερα έργα σου. 
Μα ναι, αλλά βλέποντας τα πράγματα από μια κατασταλαγμένη απόσταση. Τελευταία φορά έβαλα παπούτσια προσφύγων μέσα στο Γιαλί Τζαμί στα Χανιά το 2016 στο έργο μου τα «700 ονόματα του Θεού». Μια ωραία προσπάθεια του καλλιτέχνη Γιώργου Αυγέρου.
Στην Ελλάδα οι θεσμοί δεν υπάρχουν. Ποτέ δεν υπήρχαν. Ολα λειτουργούν με το πρόσωπο. Οταν πήγαινε να γίνει κάτι θεσμός, εμείς οι αριστεροί προσπαθούσαμε να το υποβαθμίσουμε. 
• Πώς δηλαδή; 
Οταν γινόταν κάτι θεσμικό, στο πλαίσιο μιας αμφισβήτησης. Τώρα απολογούμαι στα εξήντα μου… Υπήρξα δεύτερος εξώστης κάποτε στο Φεστιβάλ του Ελληνικού Κινηματογράφου και γιουχάιζα ταινίες επειδή δεν ήταν αριστερές. Μία από αυτές τη διδάσκω στους φοιτητές μου τώρα, της Αντουανέτας Αγγελίδη «Ο τόπος», και εγώ με την κακώς εννοούμενη αριστεροσύνη μου γιουχάιζα ένα ποιητικό αριστούργημα γιατί δεν έβγαζε νόημα! Η ιδεολογία, όπως είπε ο Κάρολος Μαρξ (κάνει τον σταυρό του), είναι φενακισμένη συνείδηση.
• Θέλω να μου πεις για τότε που πήγες στη Βιέννη. 
Πήγα πριν περάσω στη Σχολή Καλών Τεχνών. Τρεις φορές έδωσα. Εδώ να σου πω ότι οι εξετάσεις που δίνουν στη Σχολή είναι ολόιδιες από τότε που έδινα εγώ. Κανείς δεν θέλει να τις πειράξει! Συζητιέται 25 χρόνια και κανείς δεν θέλει να τις αλλάξει. Η πρόφαση είναι ότι θα χαλάσει το απόρρητο. 
• Εσύ τι πιστεύεις; 
Οτι φοβόμαστε γιατί θα χρειαστεί να κάνουμε περισσότερη δουλειά. 

Οι σπουδές 


Μάριος Σπηλιόπουλος Βασίλης Μαθιουδάκης
• Πας στη Βιέννη, λοιπόν. 
Κατέβηκα στην Αθήνα τρέχοντας. Ο πατέρας μου, παλιός κομμουνιστής με ξύλο και άγριες εξορίες, πίστευε ότι είμαι ακόμα στη Σχολή Ηλεκτρολόγων στα ΚΑΤΕΕ που είχα περάσει και μια μέρα θα γίνω διευθυντής στη ΔΕΗ Πολυγύρου. «Κάνε αυτό που θέλεις», μου έλεγε η μάνα μου, «αλλά πώς θα το πούμε στον πατέρα σου…». Οταν τον πήραν τηλέφωνο να του πουν ότι πέρασα στη Σχολή (Καλών Τεχνών) τους το έκλεισε. Οταν του είπα ότι θα γίνω ζωγράφος ήταν σαν να του είπα ότι θα γίνω τραβεστί στη Συγγρού. Οτι θα καταστραφώ… Τον δικαιολογώ τώρα γιατί απέδειξε ότι μ’ αγαπούσε. 
• Πώς σου το απέδειξε; 
Οταν πέθανε βρήκα ολόκληρο ντοσιέ όπου κολλούσε οποιαδήποτε δημοσίευση, με λεπτομερή καταγραφή, ήταν το όνομά μου. Για κάθε έργο μου ή έκθεσή μου, ακόμα και ομαδική. Ολα εκεί φυλαγμένα. Θυμάμαι όταν η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα έδωσε μια διάλεξη στον Πολύγυρο, εγώ ήμουν ήδη λέκτορας, την πλησίασε και της είπε: Είμαι ο μπαμπάς του Μάριου, να σας ρωτήσω, αυτό που τον γράφουν οι εφημερίδες, κα Λαμπράκη, πώς το κάνει; Τους πληρώνει; (γέλια) 
• Πριν από όλα αυτά όμως είχες πάει στη Βιέννη; 
Ερωτικός μετανάστης! Εμείς οι Βορειοελλαδίτες, στατιστικά, πρώτα πηγαίναμε στην Ευρώπη και μετά στην Αθήνα! Δεν μιλούσα αγγλικά. Ημασταν η γενιά που δυσκολεύτηκε να πάρει το Lower! Ετσι, από ιδεολογία! Γι' αυτό δικαιολογώ και τον Τσίπρα για τα αγγλικά του!(γέλια) 
• Και τι κάνεις εκεί; 
Αλητεύω. Βλέπω για πρώτη φορά «ζωντανό» Ρόθκο και παθαίνω την πλάκα μου. Ετσι όπως ανεβαίνω τα σκαλιά της γκαλερί Αλμπερτίν με τον υπέροχο φωτισμό είναι ένας πίνακας του Ρόθκο, στην αρχή νόμιζα ότι ήταν ένα lightbox, πλησιάζω και βλέπω ότι είναι ζωγραφική! Οταν γύρισα στην Αθήνα με φώναζαν όλοι Ρόθκο γιατί μιλούσα συνεχώς για κείνον. Οταν γύρισα στην Αθήνα όμως έπεσα και στο βαθύ ελληνικό! 
• Στη Θεσσαλονίκη ήταν αλλιώς; 
Η Θεσσαλονίκη είχε ήδη από το '70 τα Englishbar. Είχε τον «Δον Κιχώτη», το «Τimeout», το «Flou», τον «Μανδραγόρα», εκεί δίπλα μας έπαιζαν οι Τρύπες στη «Σελήνη». Μετά τη χούντα ήρθε ο Μίνως Βολανάκης στο ΚΘΒΕ, είδαμε καταπληκτικά πράγματα. Ο Θόδωρος Τερζόπουλος. Το Θεατρικό Εργαστήρι, Μακίσογλου, Σοφία Φιλιππίδου. Ρούλα Πατεράκη, η «τρελή» (να το γράψεις αυτό), έκανε πρωτοποριακά πράγματα! Και πάνω από όλα το «Μπανάλ», που είχε show με dragqueens. Οταν πήγα λοιπόν στην Αθήνα, υπήρχε μόνο ο «Τουταγχαμών» και ο «Ιπποπόταμος» με τις ψάθινες καρέκλες. Και λέω: Πού ήρθα; Πού είναι η πρωτεύουσα; Ημασταν η γενιά που πέσαμε σε μια μεγάλη άνθηση της Θεσσαλονίκης, αυτό εμένα μ’ έκανε καλλιτέχνη! Φεύγοντας από τον Πολύγυρο το '74 για τη Θεσσαλονίκη μπήκα μέσα στην τέχνη! 

Ο έρωτας, η τέχνη και τα βιώματα 


Μάριος Σπηλιόπουλος Βασίλης Μαθιουδάκης
• Ο έρωτας είναι τέχνη; 
Δεν είναι τέχνη. Είναι θείο δώρο. Είναι σταξιά από το υπερπέραν. Είμαι ερωτευμένος με το αντίπαλο φύλο και παραδίνομαι. 
• Αντίπαλο; 
Στην Ελλάδα ναι! Ακόμα και ο ελληνικός φεμινισμός ήρθε καθυστερημένος, παρηκμασμένος, ακραία χαζός. Το μόνο χαζό που πρέπει να υπάρχει είναι ο έρωτας. Διαλύεται το εγώ. Είναι αλληλοπεριχώρηση. Είναι και αυτοκαταστροφικό βέβαια αυτό. Ενηλικιώνεσαι όμως. Εμείς οι άντρες μετά τα 60 βέβαια. Είμαστε Πίτερ Παν, δεν μεγαλώνουμε. 
• Γιατί παρακολουθείς τις μέλισσες; 
Είμαι εικαστικός μελισσοκόμος. Γεννήθηκα στη Χαλκιδική που προσδιορίζεται από δύο πράγματα: από την ωραιότητά της και από το μέλι της. Η χρυσή τρίαινα. Εχει και χρυσό. Πάντα είχε. Εχει το 78% της παραγωγής του ελληνικού μελιού. 
• Ποια περιοχή έχει το καλύτερο μέλι; 
Ε, στη Νικήτη και στα Βραστά! 
• Πολύγυρος, τι σημαίνει για σένα; 
Εκεί γεννήθηκα. Ηταν ο τόπος αυτοεξορίας του πατέρα μου. Γιάννης Σπηλιόπουλος. Είχε μπει στη Νομική. Ορφανός, είχε προστάτη τον Χρίστο Χωμενίδη, ιδρυτικό μέλος του ΕΑΜ. Αφησε τη Νομική και τον ακολούθησε στο βουνό. Πήγε στον Πολύγυρο για να ξαναρχίσει τη ζωή του. Εφτασε χειμώνα, χωρίς παλτό, με μια σακούλα βιβλία και δυο αλλαξιές. Συνάντησε κι άλλους αριστερούς εκεί, διανοούμενους εκτοπισμένους, που έκαναν παρέα. Παντρεύτηκε τη μητέρα μου. Χάιδω Βερροιώτη, κούκλα. Τι να σου λέω; Ακροδεξιοί μέχρι το κόκαλο το σόι της. Να φανταστείς ότι ο παππούς μου ο Νικόλας ηρωοποιήθηκε γιατί έδιωχνε τους πρόσφυγες το ’22, ήταν ο έμπορος της περιοχής. Εραστής και χαρτοπαίχτης. Μέχρι στο Γεντί Κουλέ μπήκε. Τα καλύτερα πάρτι έκανε εκεί. Μετά το έριξε στη θρησκεία. Ο νονός μου, ένας λειτουργικός δεξιός, είχε κάνει το προξενιό των γονιών μου. 
• Ποιος είναι ο λειτουργικός δεξιός; 
Δημοκράτης. Που θέλει να φέρει σε συνεννόηση τις δύο πλευρές. Περνούσε καλά με τους μορφωμένους αριστερούς γιατί είχε κάνει στο εξωτερικό και καταλάβαινε καλύτερα τα πράγματα. 
• Είσαι μοναχοπαίδι; 
Ναι. Κακό πράγμα. Κουβαλάς σε όλη σου τη ζωή του γονείς σου στους ώμους. Ακόμα και μετά τον θάνατό τους. Είχα τον κομμουνιστή πατέρα από τη μια μεριά, «αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαΐ σου και διάβαζε πολύ», έδιωξε από το σπίτι όλους τους ακροδεξιούς συγγενείς. Σε ηλικία πέντε χρονών με ανέβαζε στο τραπέζι στις γιορτές κι έλεγα σαν ποίημα: «Γεννήθηκα στις 17 Οκτωβρίου, ημέρα της κατάληψης των θερινών ανακτόρων από τους μπολσεβίκους με το παλιό ημερολόγιο». Το έκανα και έργο αυτό, ακούγεται η 3η Διεθνής και ένα παιδάκι ρωτάει: Τι είναι οι μπολσεβίκοι μπαμπά; Μαζί και τον μπάρμπα μου, τον «αιμοσταγή Καπετάν Λάμπρο» που λέγανε πως κατέσφαξε τους δεξιούς. Κι από την άλλη μεριά, με το σόι της μητέρας μου είχα τα λείψανα, την εκκλησία, την Ακροδεξιά. Κατέβαινα από το τραπέζι των μπολσεβίκων και πήγαινα στην εκκλησία, στη γιαγιά που μου έδινε χαρτζιλίκι… Η μεγάλη αντίφαση, όπως συνέβαινε σε όλη την Ελλάδα. 
• Οι επιπτώσεις του Εμφυλίου; 
Ναι. Και βλέπω να δημιουργείται και τώρα ένα πολωμένο κλίμα. Πολύ επικίνδυνο. Δυστυχώς ο εμφύλιος είναι στο DNA μας. Παράνοια. Οι χώρες που έχουν περάσει εμφύλιο, έχουν πάνω τους μια μεγάλη κατάρα. 
• Βοήθησαν οι αντιφάσεις στην οικογένεια να γίνεις καλλιτέχνης; 
Μα ναι! Πιστεύω όμως πως το σκληρά προσωπικό μπορεί να είναι και παγκόσμιο και οικουμενικό. Βαθύς εγωιστής ο πατέρας μου, με είχε σαν στρατιωτάκι. Ο ακροδεξιός θείος Τζώρτζης το λαμόγιο, με το μότο «Δλειά κι αλήθεια» (αυτός δεν δούλεψε ποτέ!) με είχε στα όπα όπα. Μεγάλες αντιφάσεις, έπρεπε να μπω στα παπούτσια και των δύο πλευρών για να επιβιώσουμε σαν οικογένεια. 

Η μνήμη σου είναι ο εαυτός σου 


Μάριος Σπηλιόπουλος Βασίλης Μαθιουδάκης
• Η μνήμη σου είναι και μνήμη μου; 
Είμαστε φωνές πολλών ανθρώπων. Μέσα μου έχω από το Ντα Βίντσι μέχρι τον Ντάμιεν Χιρστ και όλους τους δικούς μου. Υποστήριζα τον υπαρκτό σοσιαλισμό στο ΚΚΕ εσωτερικού για να πάω κόντρα στον πατέρα μου που ήταν ΚΚΕ, για να του τη σπάω. 
• Συχνά κουβεντιάζουμε πως η ενασχόληση με την πολιτική σού άφησε ένα μεγάλο τραύμα. 
Ενήλικας ασχολήθηκα, έδωσα χρήματα, υποστήριξα τον Κουβέλη, δεν το συγχωρώ στον εαυτό μου. Εμείς τρέχαμε στα χωριά να μαζέψουμε ψήφους κι αυτός ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ. Τραύμα το ότι ασχολήθηκα με τη ΔΗΜΑΡ. 
• Για τη Χρυσή Αυγή τι σκέφτεσαι; 
Αν πιστέψω ότι το 10% της Ελλάδας είναι ναζιστές, είναι πολύ άσχημα τα πράγματα. Μ’ έχει τρομοκρατήσει η δολοφονία Φύσσα. Εβλεπα στο εργαστήριό μου, που είναι στον Αγιο Παντελεήμονα, το τι γίνεται με τους χρυσαυγίτες χρόνια και με έλεγαν υπερβολικό. Εμείς αφήσαμε να μεγαλώσει το κτήνος. Με κάνει να οργίζομαι το ότι δεν προχωράει η δίκη της Χρυσής Αυγής. Δεν θέλω λόγια, θέλω να τελειώσει η δίκη! 
• Αν έπρεπε να προσθέσεις το 37ο κουτί μνήμης στο έργο σου «Φυλάκιον της Μνήμης» ποιο θα ήταν αυτό; 
Πολύ καλή ερώτηση. Αυτό το έργο έγινε βασισμένο στο Αλτσχάιμερ της μητέρας μου. Δεν το έλεγα τότε. Τώρα το λέω. Δυστυχώς τώρα βρίσκομαι σε μια εποχή εσωστρέφειας και αναζήτησης μιας αρχής. Θα έβαζα ένα κουτί με κηρόχαρτο, χωρίς τίποτα άλλο. Η προσωπική μου μνήμη έχει αρχίσει να με πληγώνει. Να μη με συγχωρώ για λάθη μου. Είμαι σε μια ασάφεια σαν τη χώρα μας. 
• Δημιουργική; 
Ναι, νομίζω δημιουργική, να βρούμε ξανά το ποιητικόν αίτιον, τα εξήντα είναι καλή ηλικία, «μικρός για θάνατο, μεγάλος για ροκ εν ρολ», οι βεβαιότητές μου είναι σε αναστολή. Είμαι πολίτης σε αναστολή. 
• Τι φοβάσαι; 
Φοβάμαι τον θάνατο. Οποιος λέει ότι δεν τον φοβάται είναι ήρωας. Κι οι ήρωες είναι αφύσικοι. Οπως το ηρωικό που είχε η Αριστερά. Δεν σεβάστηκε τα απλά μέλη της, τα χρησιμοποίησε σαν κουνούπια, τους έστειλε σε έναν εμφύλιο να σκοτωθούν. Αυτό το «πάση θυσία». 
• Φοβάσαι μήπως ξεχάσεις; 
Η μνήμη σου είναι ο εαυτός σου. Οσο είναι ενεργή, υπάρχει μέλλον. Οταν ξεχνάμε επίτηδες φτάνουμε στον ολοκληρωτικό κυνισμό. Στην απανθρωποποίηση πρέπει να διατηρήσουμε τη μνήμη μας, που είναι η προσωπική μας αξιοπρέπεια, να στεκόμαστε όρθιοι. 

Οι ποιητές είναι οι ακρίτες 


Μάριος Σπηλιόπουλος - Φωτ. Βασίλης Μαθουδάκης
• Από ποιους έμαθες; 

Πιο πολύ διδάχτηκα από ανθρώπους που δεν είχαν τη θωριά των δασκάλων. 
• Ποια εικόνα θυμάσαι από πιο παλιά; 
Θυμάμαι καθαρά την πρώτη φορά που ο Κύρκος Αικατερινάρης, ο γοητευτικός θείος μου, με πήγε στη ΔΕΘ. Επαθα πολιτισμικό σοκ, είδα το περίπτερο με το Σπούτνικ, το μεγάλο λούνα παρκ, μαύρη μπίρα και χοτ ντογκ. Νόμιζα πως πήγα στο μέλλον. Και την εικόνα του πατέρα μου όταν βγήκε από το σανατόριο με άδεια, πολύ αδύνατος, πάλι μπροστά στη ΔΕΘ. Την έχω αυτήν τη φωτογραφία. 
• Ποιοι εξηγούν τον κόσμο καλύτερα, οι ποιητές, οι καλλιτέχνες ή οι πολιτικοί; 
«Σαν μαρσεγιέζα κόκκινη στον ουρανό ψοφάει σφαδάζοντας η δύση, όλα πια είναι μια τρέλα». Μαγιακόφσκι, αναρχικός, φουτουριστής. Οι ποιητές είναι οι ακρίτες, οι φύλακες των συνόρων της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. 
• Με τι χαίρεσαι; 
Τελευταία χαίρομαι όταν βλέπω φοιτητές μου να τα πάνε καλά. Μετα-οθονηκοί άνθρωποι. Δεν έχουν τα βαρίδια που είχαμε εμείς, τις βαριές πέτρες. Διδάσκομαι απ’ τα παιδιά. 
• Κάτω απ’ το λιθόστρωτο υπάρχει παραλία ή μια βαθιά θάλασσα που καταπίνει τις επαναστάσεις; 
Υπάρχει παραλία κι είναι η ελπίδα, σαν τη ρωσική πρωτοπορία, το τρύπιο κύπελλο της ουτοπίας. 
• Ποια λέξη ξεχωρίζεις στο σύγχρονο εικαστικό λεξιλόγιο; 
Η «ένοχη συνείδηση» είναι ο μεγάλος καλλιτέχνης του 21ου αιώνα. Χάρηκα για την Ντοκουμέντα. Δεν μπορεί όμως να είμαστε χωρίς Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, χτισμένο αλλά ανενεργό. 
• Πώς είσαι όταν τελειώνεις ένα έργο; 
Σαν να έχω ουρλιάξει πολύ δυνατά. Σαν άδειο σακί που ξεφουσκώνει και σωριάζεται για να ξαναγεμίσει με ιδέες, με διαβάσματα, με μνήμες. 
• Ποιο έργο ξεχωρίζεις; 
Το «Ανθρώπων ίχνη», στην Ελευσίνα. Από αυτόν τον χώρο πέρασε η Εθνική Ελλάδος των εικαστικών καλλιτεχνών. Ο Γαβριήλ Καμπάνης κι ο Γιώργος Σκιάνης ήταν οι δύο Διόσκουροι που το έστησαν και το υποστήριξαν. 

Μάριος Σπηλιόπουλος - Φωτ. Βασίλης Μαθουδάκης
• Τι τραγουδάς συχνά; 

Τραγουδάω του Σαββόπουλου, από το «Happy Day» που λέει «όποιος λύγισε εκεί, λέω για πάντα έχει σωθεί, όχι που είναι στη ζωή, μα που υπόφερε πολύ». Νιώθω ενοχή που δεν μου τα είπε εμένα ο πατέρας μου, τα έμαθα από άλλους. Ο πατέρας μου υπέγραψε γιατί είχαν σαπίσει στο ξύλο την αδερφή του. Το έφερε βαρέως πάντα. 
• Είναι τώρα η μεγάλη στιγμή της Αριστεράς; 
Το '89 ήταν η μεγάλη της στιγμή, ο Χαρίλαος Φλωράκης έκανε πραγματικά την κυβερνώσα Αριστερά. «Ημασταν πάντοτε της ήττας που νικάει την εξουσία, και ξαφνικά μας παρεδόθη αληθινά, τι τραγωδία!». Δεν είναι μεγάλη στιγμή να συγκυβερνάς με έναν ακροδεξιό σαν τον Καμμένο. 
• Αν είχες όλη τη χρηματοδότηση του κόσμου κι έπρεπε να συνομιλήσεις μ’ έναν άλλο καλλιτέχνη από οποιαδήποτε εποχή; 
Ηθελα να είμαι φίλος, σύγχρονος, με τον Βλαντιμίρ Τάτλιν, τον Μαγιακόφσκι και να εκθέτω στη Μόσχα με τον Μάλεβιτς, από τον φουτουρισμό ώς την επανάσταση. Να ζήσω τη ρωσική πρωτοπορία στο ξεκίνημά της. Και να συνομιλήσω με τον Ρόθκο. Να νιώσω πάλι ότι υπάρχει ελπίδα να αλλάξουμε τον κόσμο. 
• Τι θες πολύ να ξέρει ο κόσμος για σένα; 
Οτι θα ήθελα να έχω γεννηθεί και στην Ιρλανδία, να πάω στο Τρίνιτι Κόλετζ και να με δέρνουν για να μάθω αρχαία ελληνικά και λατινικά, όπως τον Τζόις και τον Μπέκετ. Και το άλλο είναι ότι θα παραμείνω μέχρι τελευταίας ρανίδας παιδί του Διαφωτισμού. «Ο έναστρος ουρανός κι ο ηθικός νόμος». 
• Πώς νιώθεις τον τελευταίο καιρό; 

Νιώθω σαν τον «Αγγελο της Ιστορίας» του Μπένιαμιν. Εχει απλωμένα τα φτερά, έχει τρόμο στα μάτια, θέλει πολύ να γυρίσει πίσω να αναστήσει τους νεκρούς και να ταχτοποιήσει τα ερείπια άλλα έρχεται ένας άνεμος από τον παράδεισο και τον πάει μπροστά. Αυτό το έγραψε το '40 πριν τον πόλεμο, το εμπνεύστηκε από τον πίνακα Angelus Novus του Κλέε. Ετσι νιώθω, τελευταία…