Ζευγάρι από την Γαλάτιστα μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Χαλκιδικής με οξεία δηλητηρίαση από μανιτάρια.
Είναι βέβαια η χαρά, κυρίως της βόρειας Χαλκιδικής αυτή η χρονιά, αλλά δυστυχώς όταν υπάρχουν πολλά , υπάρχουν καί
θύματα όπως έγινε και στο Παλαιοχώρι με θανάτους από μανιτάρια, που συλλέχτηκαν από γνώστες , πριν χρόνια.
Όπως ανέφερε ο Διοικητής του Νοσοκομείου Χαλκιδικής στην TV Super στον κ. Σταθώρο το ζευγάρι διακομίσθηκε στο νοσοκομείο
Παπαγεωργίου σε κωματώδη κατάσταση, με υπατική ανεπάρκεια.
Αρκετές δεκάδες από τα µανιτάρια που καταγράφηκαν στην Ελλάδα, δεν
τρώγονται είτε λόγω της σύστασής τους (φελλώδης ή ξυλώδης) είτε λόγω της γεύσης τους (πικρά, καυστικά κ.τ.λ.) είτε λόγω του µεγέθους τους (πολύ µικρά). Σε αρκετές δεκάδες ανέρχεται ο αριθµός των ειδών των οποίων η εδωδιµότητα είναι άγνωστη.
Μερικές δεκάδες είναι τοξικά, ενώ περισσότερα από 20 είδη µπορούν να προκαλέσουν ακόµα και θάνατο.
Στον 20ο αιώνα έγιναν εντατικές έρευνες για την αποµόνωση και τον προσδιορισµό των τοξινών. Ιδιαίτερα στα 40 τελευταία χρόνια σηµειώθηκε
σηµαντική πρόοδος προς την κατεύθυνση αυτή, µε τη χρήση προηγµένων τεχνικών όπως η χρωµατογραφία. Ωστόσο δεν σηµειώθηκαν και οι ανάλογες επιτυχίες και στον τοµέα της παρασκευής αντιδότων.
Φαλλοειδική δηλητηρίαση
Η πιο επικίνδυνη δηλητηρίαση που προκαλείται από µανιτάρια είναι η φαλλοειδική που προσβάλλει κυρίως το συκώτι. Αυτή η δηλητηρίαση ευθύνεται για το µεγαλύτερο ποσοστό θανάτων από µανιτάρια στην Ευρώπη. Τέτοια δηλητηρίαση προκαλεί η κατανάλωση µανιταριών των ειδών:
• Amanita phallοides νar. alba - Αµανίτης φαλλοειδής ποικ. ο λευκός*
• Amanita νerna νar. decipiens - Αµανίτης εαρινός ποικ. ο απατηλός*
• Galerina autumnalis - Γαλερίνα η φθινοπωρινή*
• Gelerina unicolor - Γαλερίνα η οµοιόχρωµη
• Lepiοta subincarnata - Λεπιότα η υποσαρκορόδινη*
• Lepiοta Kühneri - Λεπιότα του Kühner
• Lepiοta helνeοla - Λεπιότα η λαχανόοσµη*
• Lepiοta pseudοlilacea - Λεπιότα η ψευδολιλά *
• Lepiοta bruneοincarnata - Λεπιότα η καστανοσαρκόχρωµη *
• Lepiota fuscovinacea - Λεπιότα η καφετιά-κρασάτη
• Lepiota lilacea - Λεπιότα η λιλά και σύµφωνα µε πρόσφατες έρευνες Hyphοlοma fasciculare-Υφόλωµα το θυσανώδες*
Τα είδη µε αστερίσκο έχουν καταγραφεί και στην Ελλάδα.
Η σιλιµπιλίνη (silibilin) χρησιµοποιείται τα τελευταία χρόνια κατά της
φαλλοειδικής δηλητηρίασης µε σηµαντική επιτυχία. ∆εν συνιστά αντίδοτο,
συµβάλλει όµως στην πρόληψη της βλάβης του συκωτιού. Σχετικά πρόσφατα
εισήχθη και στη χώρα µας το σκεύασµα LEGALON που περιέχει σιλιµπιλίνη. Η
έλλειψη αυτού του σκευάσµατος σε ευρωπαϊκό επίπεδο τον Οκτώβριο του 2002,
οδήγησε τον Ε.Ο.Φ. (Εθνικό Οργανισµό Φαρµάκων) να εκδώσει ∆ελτίο Τύπου, στο οποίο γνωστοποιεί την έλλειψη του «αντιδότου» και «εφιστά την προσοχή στο κοινό να αποφεύγει τη βρώση άγριων µανιταριών», γενικώς και αορίστως, αναδεικνύοντας την άγνοια που επικρατεί τόσο στους ίδιους (το αναφέρουν ως «αντίδοτο δηλητηρίασης από άγρια µανιτάρια») όσο και στο κοινό στο οποίο απευθύνονται.
(Φαρµακευτικό ∆ελτίο, αρ. φύλλου 605, Νοέµβριος 2002, σελ. 756).
ΕΟΦ: ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΤΟΥ ∆ΑΣΟΥΣ
Αθήνα, 25 Οκτωβρίου 2002 (13:11 UTC+2)
Προσοχή στα µανιτάρια του δάσους συνιστά στο καταναλωτικό κοινό ο
Εθνικός Οργανισµός Φαρµάκων, καθώς υπάρχει προσωρινή έλλειψη του
αντιδότου δηλητηρίασης, LEGALON (δραστική ουσία: Silibilin).
Σύµφωνα µε τον ΕΟΦ, η έλλειψη του αντιδότου δηλητηρίασης από άγρια
µανιτάρια είναι πανευρωπαϊκή και οφείλεται σε προβλήµατα παραγωγής της
εταιρίας.
Οι επιστήµονες αναφέρουν ότι οι έντονες βροχοπτώσεις που σηµειώθηκαν
τους τελευταίους µήνες οδήγησαν σε υπερανάπτυξη και πολλαπλασιασµό
των µανιταριών στην Ελλάδα.
Το πρόβληµα είναι στο ότι τα µανιτάρια στην ύπαιθρο αναπαράγονται από
τους σπόρους τους, που διασπείρονται µε τον αέρα. Εποµένως, είναι πολύ
εύκολο να µεταφερθούν σπόροι από δηλητηριώδη µανιτάρια σε περιοχές
όπου υπάρχουν ή υπήρχαν ακίνδυνα µανιτάρια.
Στη θέση: http://www.ifet.gr/drugs/ingredients/silibinin.htm δίνονται οι
παρακάτω πληροφορίες:
ΣΙΛΙΜΠΙΝΙΝΗ
Silibinin
Ενδείξεις:
Προστασία ηπατοτοξικότητας από µανιτάρια τύπου Phalloides.
Ανεπιθύµητες ενέργειες:
Σε µεµονωµένες περιπτώσεις µπορεί να προκληθεί αίσθηµα θερµότητας (flash) κατά
την έγχυση.
∆οσολογία:
H ηµερήσια δόση είναι 20 mg/kg σε 4 εγχύσεις, κάθε έγχυση διάρκειας 2 ωρών (5 mg κάθε έγχυση). H θεραπεία πρέπει να αρχίσει όσο το δυνατόν νωρίτερα και διαρκεί µέχρι να υποχωρήσουν τα συµπτώµατα.
Μορφές-Περιεκτικότητες:
ly. pd. injection 350 mg
Μουσκαρινική δηλητηρίαση
Προκαλείται από την κατανάλωση µανιταριών που περιέχουν την τοξική
ουσία µουσκαρίνη. Υψηλή περιεκτικότητα σε µουσκαρίνη εντοπίσθηκε σε 40 περίπου είδη του γένους Iνοκύβη / Inοcybe. Σηµαντικές ποσότητες περιέχουν
ορισµένα είδη του γένους Clitοcybe / Κλιτοκύβη (Clitοcybe dealbata / Κλιτοκύβη η υπόλευκη, Clitοcybe phyllοphila / Κλιτοκύβη η φυλλόφιλη, Clitοcybe cerusata / Κλιτοκύβη η φτιασιδωµένη κ.α.). Μουσκαρίνη περιέχουν επίσης τα είδη: Amanita regalis / Αµανίτης ο βασιλικός, Amanita pantherina / Αµανίτης ο πανθήρινος, Amanita muscaria / Αµανίτης ο µυγοκτόνος, σε πολύ µικρή περιεκτικότητα που ποικίλλει από βιότοπο σε βιότοπο, Mycena rοsea / Μυκήνη η ρόδινη κ.ά.
Μυκοατροπινική δηλητηρίαση
Προκαλείται κυρίως από την κατανάλωση µανιταριών του είδους Amanita
pantherina / Αµανίτης ο πάνθηρας, ενώ παρόµοια δηλητηρίαση προκαλούν και τα µανιτάρια των ειδών Amanita muscaria / Αµανίτης ο µυγοκτόνος και Amanita regalis / Αµανίτης ο βασιλικός.
Παραισθησιακή δηλητηρίαση µε ψιλοσιβίνη
Προκαλείται από την κατανάλωση µανιταριών που περιέχουν παραισθησιογόνες ουσίες. Πρόσφατες έρευνες αποµόνωσαν ορισµένες τέτοιες ουσίες όπως η ψιλοσιβίνη και η ψιλοσίνη, στα είδη του γένους Psilοcybe- Ψιλοκύβη στη Ν. Αµερική. Πρόκειται για ισχυρά παραισθησιογόνες ουσίες που εντοπίσθηκαν επίσης στην Αυστραλία και τη Ν. Γουϊνέα, σε µανιτάρια που ανήκουν στα γένη Βοletus / Βωλίτης, Russula / Ρουσσούλα. και Lycοperdοn / Λυκόπερδον.
Στην Ευρώπη ψιλοσιβίνη έχει βρεθεί σε είδη που ανήκουν στα γένη Psilοcybe / Ψιλοκύβη, Panaeοlus / Παναίολος, Gymnοpilus / Γυµνόπιλος, Strοpharia / Στροφάρια, Cοnοcybe / Κωνοκύβη και Mycena / Μυκήνη. Η σεροτίνη µια συναφής ουσία που επιδρά στο κεντρικό νευρικό σύστηµα, ανακαλύφθηκε πρόσφατα σε σηµαντικές ποσότητες, στα µανιτάρια του είδους Panaeοlina fοenisecii / Παναιολίνα του χορτοκόπτη.
Ο µύκητας Claνiceps purpurea / Κλάβισεψ ο πορφυρός περιέχει επίσης ορισµένες ουσίες µε ψυχοτροπική δράση.
Ορελανινική δηλητηρίαση
Προκαλείται από την κατανάλωση µανιταριών που ανήκουν στο γένος
Cοrtinarius - Κορτινάριος και περιέχουν την τοξική ουσία ορελανίνη. Ως τώρα η
ουσία αυτή εντοπίσθηκε στα είδη Cοrtinarius οrellanus / Κορτινάριος ο ορεινός, Cοrtinarius rubellus / Κορτινάριος ο κοκκινωπός, Cοrtinarius splendens / Κορτινάριος ο λαµπρός, Cοrtinarius purpureus (=phοeniceus) / Κορτινάριος ο πορφυρός, Cοrtinarius cinnamοmeus / Κορτινάριος ο κανελής και Cοrtinarius sanguineus / Κορτινάριος ο αιµατόχρωµος.
Γυροµιτρική δηλητηρίαση
Προκαλείται από την κατανάλωση υπερώριµων κυρίως µανιταριών Gyrοmitra
esculenta - Γυροµίτρα η φαγώσιµη (!) και Gyrοmitra gigas - Γυροµίτρα η γιγάντια, είδη που επί δεκαετίες θεωρούνταν φαγώσιµα (εξ ου και η ονοµασία Γυροµίτρα η φαγώσιµη) και πουλιόταν µαζικά στις αγορές της Ανατολικής κυρίως Ευρώπης.
Υπεύθυνη για τη δηλητηρίαση θεωρείται η τοξίνη µονοµεθυλοδρασίνη, προϊόν υδρόλυσης της γυροµιτρίνης. Αποτελεί ισχυρότατο δηλητήριο. Μία µόνο κουταλιά αρκεί για να προκαλέσει δηλητηρίαση.
Γαστρεντερική δηλητηρίαση
Το πεπτικό σύστηµα (στοµάχι και έντερα) προσβάλλεται, στις περισσότερες
περιπτώσεις δηλητηριάσεων από µανιτάρια. Συχνά η βλάβη του πεπτικού
συστήµατος συνοδεύεται και από βλάβες άλλων οργάνων. Αρκετά είδη µανιταριών περιέχουν διάφορες τοξικές ουσίες -συχνά άγνωστης χηµικής σύστασης-που προκαλούν δηλητηριάσεις.
Η εξέλιξη αυτών των δηλητηριάσεων δεν είναι ακριβής σε όλες τις περιπτώσεις. Πάντως ο εµετός υποδηλώνει προσβολή του στοµαχιού, ενώ η διάρροια των εντέρων.
Επικίνδυνες γαστρεντερικές δηλητηριάσεις προκαλούνται από την κατανάλωση µανιταριών που ανήκουν στα είδη Entοlοma sinuatum / Εντόλωµα το κολπωτό και Trichοlοma pardalοtum / Τριχόλωµα το παρδάλινο.
Αρκούν δυο-τρία µικρά µανιτάρια του πρώτου είδους για να προκαλέσουν δηλητηρίαση σε 2-4 ώρες.
Οι εµετοί και η διάρροια µπορεί να διαρκέσουν αρκετές ηµέρες, προκαλώντας
αφυδάτωση, βλάβη των νεφρών, ακόµη και θάνατο.
τοξικές ουσίες πού είναι θερµοδιαλυτές και εποµένως εξουδετερώνονται µε καλό µαγείρεµα.
Παρόµοιες τοξικές ουσίες σε µικρότερη συγκέντρωση εντοπίσθηκαν και σε άλλα είδη του γένους Bοletus / Βωλίτης όπως τα Bοletus calοpus / Βωλίτης ο καλόπους, Bοletus radicans / Βωλίτης ο ριζώδης, Bοletus tοrοsus / Βωλίτης ο σαρκώδης, Bοletus queletii / Βωλίτης του Quélet, Bοletus luridus / Βωλίτης ο ωχρός και Bοletus rhοdοxanthus / Βωλίτης ο ροδόξανθος. Κοινό χαρακτηριστικό των τοξικών Βωλιτών (που είναι γνωστά µε τη λαϊκή ονοµασία Σνάκια) είναι ο µεταχρωµατισµός των καρποσωµάτων τους σε γαλάζια, γαλαζοπράσινα ή µαυριδερά όταν κοπούν, ξυθούν ή πιεσθούν.
Τα καρποσώµατα του είδους Sclerοderma citrinum / Σκληρόδερµα το κίτρινο
µπορεί να προκαλέσουν δυσάρεστη δηλητηρίαση, όταν ωριµάσουν και ο θρόµβος τους αποκτήσει βιολετί-µαυριδερό χρώµα. Σε αυτό το στάδιο η βρώση τους προκαλεί µετά από 1-2 ώρες παρατεταµένους εµετούς, υπνηλία και µείωση της όρασης.
Αν και σε νεαρή ηλικία -όταν ο θρόµβος τους είναι ακόµη λευκός- είναι αβλαβή, η κατανάλωσή τους δεν συνιστάται.
Παρόµοια δηλητηρίαση προκαλούν και τα είδη Sclerοderma νerrucοsum /Σκληρόδερµα το τραχύ και Hygrοphοrοpsis aurantiaca / Υγροφόροψη η πορτοκαλόχρωµη.
Τα µανιτάρια του είδους Agaricus xanthοdermus / Αγαρικό το ξανθόδερµο
προκαλούν οξεία δηλητηρίαση. Αν καταναλωθούν σε ποσότητα, ενδέχεται να
προκαλέσουν επαναλαµβανόµενο εµετό µετά από 1-3 ώρες και σε εξαιρετικές
περιπτώσεις διάρροια.
Ύποπτα για πρόκληση παρόµοιας δηλητηρίασης θεωρούνται και άλλα είδη του γένους Agaricus-Αγαρικό που έχουν ως κοινά χαρακτηριστικά τις δυσάρεστες µυρουδιές, συνήθως µελάνης, ιωδίου ή φαινόλης ή το έντονο κιτρίνισµα της επιδερµίδας στο άγγιγµα: Agaricus moelleri / Αγαρικό του Moeller, Agaricus pseudοpratensis / Αγαρικό το ψευδοκηπευτικό, Agaricus pseudοpratensis νar. niνeus / Αγαρικό ψευδοκηπευτικό ποικ. το λευκό, Agaricus altipes / Αγαρικό το µακρύποδο, Agaricus amophilus / Αγαρικό το αµµόφιλο, Agaricus geesteranii / Αγαρικό του Geesteranus, Agaricus iodosmus / Αγαρικό το ιωδιόοσµο, Agaricus pilatianus / Αγαρικό του Pilát, Agaricus phaeolepidotus / Αγαρικό το φαιολεπιδωτό, Agaricus velenovskyi /Αγαρικό του Velenovsky.
Ορισµένα είδη του γένους Russula / Ρουσσούλα. µε πικρή ή καυτερή γεύση περιέχουν µια άγνωστη για την ώρα τοξική ουσία, που µπορεί να προκαλέσει εµετό, διάρροια και αδιαθεσία σε 2-4 ώρες µετά τη βρώση.
Ύποπτα για πρόκληση παρόµοιας δηλητηρίασης θεωρούνται και άλλα είδη του γένους Agaricus-Αγαρικό που έχουν ως κοινά χαρακτηριστικά τις δυσάρεστες µυρουδιές, συνήθως µελάνης, ιωδίου ή φαινόλης ή το έντονο κιτρίνισµα της επιδερµίδας στο άγγιγµα: Agaricus moelleri / Αγαρικό του Moeller, Agaricus pseudοpratensis / Αγαρικό το ψευδοκηπευτικό, Agaricus pseudοpratensis νar. niνeus / Αγαρικό ψευδοκηπευτικό ποικ. το λευκό, Agaricus altipes / Αγαρικό το µακρύποδο, Agaricus amophilus / Αγαρικό το αµµόφιλο, Agaricus geesteranii / Αγαρικό του Geesteranus, Agaricus iodosmus / Αγαρικό το ιωδιόοσµο, Agaricus pilatianus / Αγαρικό του Pilát, Agaricus phaeolepidotus / Αγαρικό το φαιολεπιδωτό, Agaricus velenovskyi /Αγαρικό του Velenovsky.
Ορισµένα είδη του γένους Russula / Ρουσσούλα. µε πικρή ή καυτερή γεύση περιέχουν µια άγνωστη για την ώρα τοξική ουσία, που µπορεί να προκαλέσει εµετό, διάρροια και αδιαθεσία σε 2-4 ώρες µετά τη βρώση.
Κατά πάσα πιθανότητα η τοξική αυτή ουσία είναι θερµοδιαλυτή, πράγµα που σηµαίνει ότι εξουδετερώνεται στις υψηλές θερµοκρασίες που αναπτύσσονται κατά το µαγείρεµα.
Ελαφρά τοξικά θεωρούνται και ορισµένα είδη του γένους Lactarius /
Λακτάριος που εκκρίνουν πικρό γαλακτώδες υγρό (Lactarius tοrminοsus / Λακτάριος ο δυσεντερικός, Lactarius necatοr / Λακτάριος ο φονικός, Lactarius chrysοrrheus / Λακτάριος ο χρυσόρρεος κ. ά.). Τα µανιτάρια αυτά προκαλούν αδιαθεσία σε 2-4 ώρες µετά τη βρώση.
Οι τοξικές ουσίες αυτών των ειδών δεν έχουν µελετηθεί ικανοποιητικά. Πιθανολογείται ωστόσο, ότι είναι ρητινώδεις χηµικές ουσίες που \αφαιρούνται, αν µουλιάσουµε τα µανιτάρια σε νερό.
Οι τοξικές ουσίες αυτών των ειδών δεν έχουν µελετηθεί ικανοποιητικά. Πιθανολογείται ωστόσο, ότι είναι ρητινώδεις χηµικές ουσίες που \αφαιρούνται, αν µουλιάσουµε τα µανιτάρια σε νερό.
Στοµαχόπονο και διάρροια προκαλούν και ορισµένα πικρά είδη του γένους
Ramaria / Ραµάρια (Ramaria fοrmοsa / Ραµάρια η όµορφη, Ramaria pallida /
Ραµάρια η χλωµή), 2-4 ώρες µετά τη βρώση. Και αυτές οι τοξικές ουσίες δεν έχουν µελετηθεί ικανοποιητικά.
Τα µανιτάρια του είδους Trichοlοma pessundatum / Τριχόλωµα το ερειπωµένο προκαλούν εµετό και διάρροια, ενώ τα µανιτάρια του είδους Trichοlοma sapοnaceum Τριχόλωµα το σαπουνοειδές προκαλούν ελαφρό στοµαχόπονο και εντερικό ερεθισµό, αν καταναλωθούν σε µεγάλες ποσότητες.
Τα µανιτάρια του είδους Κολλυβία η αδραχτόποδη / Cοllybia fusipes
προκαλούν ελαφριά αδιαθεσία ακόµα και αν µαγειρευτούν καλά.
Περιστατικά αδιαθεσίας και διάρροιας που διαρκούν 2-3 ηµέρες έχουν
αναφερθεί µετά την κατανάλωση µανιταριών του γένους Armillaria / Αρµιλλάρια.
Η κατανάλωση µανιταριών του είδους Οmphalοtus οlearius / Οµφαλωτός των
ελαιώνων προσβάλλει το νευρικό σύστηµα και τον πεπτικό σωλήνα, προκαλώντας ίλιγγο, εµετό και έκκριση άφθονου ιδρώτα.
Γαστρεντερικές δηλητηριάσεις προκαλούνται και από την κατανάλωση
µανιταριών που ανήκουν στα είδη Calocera viscosa / Καλοκέρας το κολλώδες και Clitocybe phaeophthalma / Κλιτοκύβη η φαιόφθαλµη.
Σε µεµονωµένες περιπτώσεις προβλήµατα µπορούν να προκληθούν σε κάποια
άτοµα από κατανάλωση µανιταριών των ειδών: Amanita ovoidea / Αµανίτης ο
αυγόµορφος, Amanita gemmata / Αµανίτης ο στολισµένος, Gyroporus castaneus / Γυρόπορος ο καστανός, Suillus granulatus /Σουίλλος ο κοκκώδης, Suillus luteus /Σουίλλος ο κροκής και Clitocybe nebularis / Κλιτοκύβη η νεφελώδης.
Στην Αµερική έχουν καταγραφεί και περιστατικά γαστρεντερικών
προβληµάτων που προκλήθηκαν από κατανάλωση σκληρών και ώριµων
καρποσωµάτων του µύκητα Laetiporus sulphureus / Λαιτίπορος ο θειαφένιος, που είχαν καρποφορήσει σε κορµούς ευκαλύπτου.
∆ηλητηρίαση από συνδυασµό κοπρίνης και αλκοόλ
Τα µανιτάρια των ειδών Κοπρίνος ο µελανογόνος / Cοprinus atramentarius,
Κοπρίνος του Rοmagnesi / Cοprinus rοmagnesii και Κοπρίνος αλωπεκία / Cοprinus alοpecia και Βωλίτης ο ωχρός / Bοletus luridus περιέχουν την ουσία κοπρίνη που σε συνδυασµό µε αλκοόλ προκαλεί δυσάρεστα αποτελέσµατα όπως εµετό -σε διάστηµα από 20 λεπτά έως 2 ώρες- συµπτώµατα αγγειοδιαστολής στο πρόσωπο και στο λαιµό, ναυτία, ταχυπαλµία, πρήξιµο στα βλέφαρα κ.α. Παρόµοια συµπτώµατα προκαλούν και τα αντιαλκοολικά φάρµακα Antapuse και Dispan.
Ύποπτα για παρόµοια δηλητηρίαση θεωρούνται και τα είδη Κοπρίνος ο κοκκώδης / Coprinus micaceus και Κλιτοκύβη η ροπαλόποδη / Clitocybe clavipes.
Ύποπτα για παρόµοια δηλητηρίαση θεωρούνται και τα είδη Κοπρίνος ο κοκκώδης / Coprinus micaceus και Κλιτοκύβη η ροπαλόποδη / Clitocybe clavipes.
Για το λόγο αυτό δεν πρέπει να προηγείται, να συνοδεύει ή να ακολουθεί
κατανάλωση αλκοόλ -µέχρι και 24 ώρες- όταν στα γεύµατα περιέχονται µανιτάρια των παραπάνω ειδών.
∆ηλητηρίαση από είδη του γένους Παξίλλος
Τα είδη Paxillus involutus / Παξίλλος ο περίπλοκος και Paxillus rubicuntulus /
Παξίλλος ο υπέρυθρος, προκαλούν προοδευτικά υπερευαισθησία στον οργανισµό που
οδηγεί σε αιµόλυση, προσβολή των νεφρών και τελικά σε θάνατο.
Γενικές οδηγίες
Γενικά σε κάθε περίπτωση δηλητηρίασης πρέπει να φυλάγονται τα
υπολείµµατα των µανιταριών που φαγώθηκαν για µυκητολογική ανάλυση. Η
ταυτοποίηση του είδους του µανιταριού θα καθορίσει και τη θεραπευτική αγωγή.
Πρόσθετα προβλήµατα από τη ραδιενέργεια
Το πυρηνικό ατύχηµα στο Τσερνοµπίλ, τον Απρίλιο του 1986, επέφερε υψηλή
ραδιενεργή επιβάρυνση στο περιβάλλον. Ερευνητικά κέντρα της Ευρώπης εξέτασαν ανάµεσα στα άλλα και τις επιπτώσεις του ατυχήµατος στα µανιτάρια. Μια από αυτές τις έρευνες δηµοσιεύτηκε στην εφηµερίδα Suddeutsche Zeitung του Μονάχου (5-12- 1988). Πρόκειται για έρευνα του Ραδιοβιολογικού Iνστιτούτου του Πανεπιστηµίου του Μονάχου, που έγινε σε δείγµατα µανιταριών, πευκοβελόνων, βρύων και χούµου και αφορούσε τη µέτρηση των τιµών των ραδιενεργών ρύπων και ιδιαίτερα του καλίου και του καισίου. Η έρευνα επιβεβαίωσε κατ' αρχήν την ραδιενεργό επιβάρυνση, αλλά επισήµανε τεράστιες διαφορές ανάµεσα στα διάφορα είδη των
µανιταριών που εξετάσθηκαν. Έτσι ενώ για παράδειγµα διαπιστώθηκε ότι η
συγκέντρωση του καισίου στα είδη Bοletus edulis / Βωλίτης ο φαγώσιµος και
Cantharellus cibarius / Κανθαρίσκος ο φαγώσιµος ήταν µικρότερη ανά µονάδα
βάρους σε σύγκριση µε τις πευκοβελόνες, τα βρύα και το χούµο, στα µανιτάρια του είδους Xerοcοmus badius / Ξηροκώµος ο µελαχρινός ήταν µεγαλύτερη.
Υπολογίσθηκε µάλιστα ότι η κατανάλωση ενός πιάτου µαγειρεµένων µανιταριών αυτού του είδους, από τη σοδειά του φθινοπώρου του 1986 (λίγους µήνες µετά το ατύχηµα) µπορούσε να επιφέρει ραδιενεργή επιβάρυνση ίση µε αυτή που προκαλεί µια ακτινογραφία θώρακα! (100 έως 10.000 Bequerel ανά χιλιόγραµµο φρέσκων µανιταριών). Αντίθετα οι τιµές των µετρήσεων σε κατεψυγµένα µανιτάρια από σοδειές της πενταετίας 1981-1985 ήταν σηµαντικά χαµηλότερες (50-1.000 Bequerel).
Ο Regis Cοurtecuisse χαρακτηρίζει το Xerοcοmus badius αλλά και το Laccaria
amethystea ως συσσωρευτές ραδιενέργειας!
Το Μάιο του 1986, η ∆/νση Γεωργίας της Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης
Φλώρινας έστειλε για εξέταση στο «∆ηµόκριτο» (Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών)
αποξηραµένα δείγµατα µανιταριών του γένους Bοletus / Βωλίτης. Η εξέταση
επιβεβαίωσε σηµαντική επιβάρυνση των δειγµάτων µε καίσιο 137, µε αποτέλεσµα να απαγορευτούν οι εξαγωγές άγριων µανιταριών για εκείνη τη χρονιά. ∆ιαφαίνεται λοιπόν η αναγκαιότητα µελέτης και συνεχούς επαγρύπνησης για τις τιµές της ραδιενεργούς ρύπανσης και στα µανιτάρια της Ελλάδας.
Φωτογραφίες των παραπάνω ειδών θα παρουσιαστούν µε βιντεοπροβολέα. Στη
διάρκεια της προβολής των φωτογραφιών θα περιγράφονται και θα σχολιάζονται τα
παραπάνω είδη.
Βιβλιογραφία
Κωνσταντινίδης Γιώργος: «Μανιτάρια του Νοµού Γρεβενών», Τ.Ε.∆.Κ. Νοµού
Γρεβενών, 1994.
Κωνσταντινίδης Γιώργος: «Μανιτάρια του Νοµού Γρεβενών», Νοµαρχιακή
Αυτοδιοίκηση Γρεβενών, 2001.
Κωνσταντινίδης Γιώργος: «Μανιτάρια. Ένας παραµυθένιος µικρόκοσµος»
Αναπτυξιακή Γρεβενών & Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Γρεβενών, Καπόν, 2002.
Κωνσταντινίδης Γιώργος: «Μανιτάρια. Οδηγός µανιταροσυλλέκτη», Ζαρζώνης,
2004.