Η πολυετής καθυστέρηση στην έγκριση της ΠΟΑΥ έχει φέρει σε απόγνωση τους παραγωγούς, ενώ υπάρχει το ενδεχόμενο να μπει «λουκέτο» για τη δραστηριότητα στον κόλπο, κάτι που ήδη έχει γίνει στη γειτονική Τουρκία
Τον κίνδυνο να κλείσει οριστικά η εξαγωγή οστράκων από το Θερμαϊκό κόλποαντιμετωπίζουν οι παραγωγοί, καθώς ακόμη εκκρεμεί στο υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής η έγκριση της Περιοχής Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ) Θερμαϊκού Νομού Θεσσαλονίκης. Η καθυστέρηση στην έγκριση της ΠΟΑΥ έχει φτάσει πλέον στα 10 χρόνια από την
κατάθεση της σχετικής αίτησης και τα 15 από τότε που κατατέθηκε το πρώτο αίτημα (1999).
Αιτία της απειλής για λουκέτο στο Θερμαϊκό (ο κόλπος είναι αυτή τη στιγμή έτσι κι αλλιώς κλειστός για οστρακοαλιεία λόγω της επανεμφάνισης του φαινομένου του τοξικού φυτοπλαγκτού) μόνο θεωρητική δεν είναι. Το έχει πάθει ήδη η Τουρκία, ενώ μεγάλες ποσότητες των οστράκων που εξάγει η χώρα στο εξωτερικό (στη Βόρεια Ελλάδα παράγεται περίπου το 90% της συνολικής εγχώριας παραγωγής και ποσοστό άνω του 80% εξάγεται) επιστρέφονται λόγω ακαταλληλότητας.
Το κύριο πρόβλημα είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει ΠΟΑΥ. Αν και οι μελέτες για Θεσσαλονίκη, Ημαθία και Πιερία έχουν κατατεθεί, το υπουργείο καθυστερεί.
Ειδικά για την ΠΟΑΥ Θερμαϊκού Νομού Θεσσαλονίκης, το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο, καθώς όλη η παραγωγή γίνεται στον… αέρα. Όπως ειπώθηκε στη σημερινή συνεδρίαση της Μητροπολιτικής Επιτροπής Θεσσαλονίκης, τόσο από τον αρμόδιο εισηγητή για την ανανέωση αδειών υφιστάμενων μονάδων οστρακοκαλλιέργειας, Κωνσταντίνο Γιουτίκα, όσο κι από τον περιφερειακό σύμβουλο, Μιχάλη Τρεμόπουλο, δε γίνονται καν έλεγχοι από το λιμεναρχείο για την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων, με αποτέλεσμα κάθε μονάδα που λειτουργεί έστω με προσωρινή άδεια να έχει τη δυνατότητα να «βαφτίζει» τα προϊόντα της Θερμαϊκού, ακόμη κι αν εξάγει για παράδειγμα μύδια Πιερίας ή άλλης περιοχής, να λειτουργεί ακόμη κι όταν ο κόλπος είναι κλειστός για ζητήματα υγείας κτλ.
Η ΠΟΑΥ Θερμαϊκού Νομού Θεσσαλονίκης, όπως εξήγησε ο κ. Γιουτίκας, απαντώντας σε ερώτηση της περιφερειακής συμβούλου, Νιόβης Παυλίδου, προβλέπει 28 επιπλέον θέσεις δραστηριοποίησης μονάδων οστρακοκαλλιέργειας (σήμερα λειτουργούν 22 θέσεις), ώστε να φτάσουν τις 50 και καθεμιά μπορεί να καταλαμβάνει έκταση 15 στρεμμάτων, δηλαδή συνολικά 750 στρέμματα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στη Χαλάστρα παράγονται 15.000 μυδιών ετησίως, ενώ στην Πιερία 12.000 τόνοι.
Η έγκριση της ΠΟΑΥ, εκτός από τα προβλήματα ιχνηλασιμότητας και τάξης που θα βάλει στη συγκεκριμένη πολύ σημαντική για την οικονομία παραγωγική δραστηριότητα (οι μονάδες θα είναι πλέον οργανωμένες και θα πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια), θα λύσει τα προβλήματα με τις παράνομες μονάδες, με την ελλιπή νομιμότητα των μισθωμένων μονάδων, με τις αυθαίρετες χερσαίες εγκαταστάσεις και με τον έλεγχο της ποιότητας του παραγόμενου προϊόντος. Παράλληλα, προβλέπονται χώροι φορτοεκφόρτωσης και προσωρινής συντήρησης των προϊόντων στη θέση των σημερινών παραπηγμάτων, που έχουν δημιουργήσει μια τριτοκοσμική εικόνα στις περιοχές.
Επίσης, θα λύσει και το μεγάλο πρόβλημα των παραγωγών που έρχονται αντιμέτωποι με άνισα πρόστιμα, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να ανέλθουν μέχρι και στα 50.000 ευρώ. Η εκκρεμότητα που ανέκυψε με την αδειοδότηση των μονάδων, μετά την παύση ανανέωσης των αδειών από την αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης τα τελευταία περίπου τέσσερα χρόνια έχει οδηγήσει σε αύξηση των μη αδειοδοτημένων μονάδων.
Υπολογίζεται πως μετά την οργάνωση του χώρου η συνολική παραγωγή οστράκων από την ΠΟΑΥ Θερμαϊκού Νομού Θεσσαλονίκης θα ξεπερνά ετησίως τους 27.000 τόνους.
Πάντως, οι αρμόδιοι φορείς για τους ελέγχους της ποιότητας των οστράκων που παράγονται και διακινούνται στην περιοχή επισημαίνουν ότι η ποιότητα και ασφάλεια των προϊόντων ελέγχεται τακτικότατα και δεν υφίστανται προβλήματα ασφαλούς κατανάλωσής τους. Αρμόδιες είναι οι κτηνιατρικές υπηρεσίες, οι οποίες υποστηρίζουν ότι οι έλεγχοι στα εξαγώγιμα προϊόντα είναι διπλοί. Επιστροφές προϊόντων ως ακατάλληλα έχουν γίνει, αλλά όπως τονίζουν συνήθως αφορούν σε αλλοιώσεις κατά τη μεταφορά τους στο εξωτερικό.
του Τάσου Τασιούλα
www.voria.gr