Τι εξηγεί ο Ανέστης Αναστασιάδης, Δασάρχης Αρναίας Χαλκιδικής. τρωτά σημεία βλέπει το στέλεχος της Ενωσης Δασικών Συνεταιρισμών Αρναίας Γιώργος Σιούτης.
Ο νόμος 4423 θέτει τέλος στους εικονικούς δασικούς συνεταιρισμούς - σφραγίδες, που στην ουσία ανήκουν σε εμπόρους ξυλείας, και αναθέτει τις δασικές εργασίες αποκλειστικά σε πιστοποιημένους επαγγελματίες δασεργάτες.
Επιβάλλει τις υποχρεωτικές δημοπρασίες για την πώληση της
ξυλείας στους εμπόρους, ενώ ανεβάζει από 7 σε 21 τον κατώτερο αριθμό μελών για τη σύσταση και λειτουργία ενός συνεταιρισμού, σταματώντας τον κατακερματισμό τους και δίνοντας κίνητρα για συγχωνεύσεις.
Παράλληλα, διευρύνει το αντικείμενο εργασίας των περίπου 10.000 δασεργατών στην ορεινή Ελλάδα, δίνοντάς τους πλέον τη δυνατότητα να δημιουργούν καθετοποιημένες μονάδες επεξεργασίας ξυλείας, αλλά και να εκμεταλλεύονται δευτερεύουσες καρπώσεις των δασών, όπως μανιτάρια, τρούφες, αρωματικά φυτά, δαδιά, ρίζες ερείκης κ.ά.
Διανύοντας μια δύσκολη χρονιά, με πτώση των πωλήσεων σε καυσόξυλα, οι επαγγελματίες δασεργάτες υποδέχτηκαν θετικά τις ρυθμίσεις του νέου νόμου και έχουν βάλει μπροστά τις διαδικασίες προσαρμογής τους σ’ αυτές, έχοντας χρονικό περιθώριο δύο ετών, συν ενός ακόμη, με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος.
Στον νομό Δράμας, που αντιπροσωπεύει το 25% της παραγωγής τεχνικής ξυλείας και καυσόξυλων όλης της χώρας, λειτουργούν 55 Δασικοί Συνεταιρισμοί μόνο στα όρια ευθύνης του Δασαρχείου Δράμας, οι οποίοι έχουν συνολική ετήσια παραγωγή 150.000 -180.000 κυβικά μέτρα ξυλείας και τζίρο 8-10 εκατομμύρια ευρώ.
Ο Παντελής Παπαδόπουλος, πρόεδρος του Συνεταιρισμού Σιταγρών, με 16 ενεργά μέλη, και πρόεδρος των υλοτόμων της Δράμας, ήταν ένας από τους εκπροσώπους του κλάδου που συμμετείχαν στη διαβούλευση για την κατάρτιση του νέου νόμου. «Η πρότασή μας ήταν να μπει το πλαφόν στα 15 μέλη, το υπουργείο έλεγε 25 και βρήκαμε μια ενδιάμεση λύση το 21. Οι ρυθμίσεις του νόμου είναι θετικές, αλλά υπάρχουν θέματα που πρέπει να διορθωθούν», λέει στον «Αγρότη».
Ο Συνεταιρισμός στον οποίο ηγείται ήταν από τους πρώτους που προχώρησαν ένα βήμα παραπάνω από την απλή ξύλευση των δασικών συστάδων και την πώληση της ξυλείας στους εμπόρους, καθώς έχει δημιουργήσει υποδομή επεξεργασίας και απευθείας λιανικής πώλησης καυσόξυλων. «Ο νόμος μας δίνει τη δυνατότητα να προχωρήσουμε περαιτέρω και να δημιουργήσουμε καθετοποιημένες μονάδες, αλλά πρέπει να δοθούν αναπτυξιακά κίνητρα για κάτι τέτοιο», σημειώνει ο κ. Παπαδόπουλος.
Η εκμετάλλευση των δασικών συστάδων γίνεται με ευθύνη των κατά τόπους δασαρχείων, με τρεις τρόπους:
• Κρατική εκμετάλλευση, που έχει στόχο την παραγωγή καυσόξυλων για τις ατομικές ανάγκες των πολιτών. Ανατίθεται στους συνεταιρισμούς, χωρίς μίσθωμα, ενώ η πληρωμή γίνεται από το κρατικό ταμείο.
• Παραχώρηση συστάδων με μίσθωμα που καθορίζεται με βάση την μέση τιμή δημοπρασιών των τελευταίων ετών (νόμος 134).
• Μεικτό σύστημα (Ν 126), που προβλέπει ένα μέρος της ξυλείας να διατίθεται για τις ανάγκες των πολιτών και το υπόλοιπο να το διαχειρίζονται οι συνεταιρισμοί, πληρώνοντας ποσοστά επί των τιμολογίων πώλησης στο Πράσινο Ταμείο (5% για καυσόξυλα και 12% για χρήσιμη ξυλεία) και στον οικείο Δήμο (5%).
Δασαρχείο Αρναίας «Με βάση τη διαχειριστική μελέτη καταρτίζεται πρόγραμμα εκμετάλλευσης των 100-110 συστάδων που έχουμε κάθε χρόνο. Μέχρι τα τέλη Απριλίου συντάσσονται τα πρωτόκολλα εγκατάστασης των Συνεταιρισμών. Αυτοί υλοτομούν, στοιβάζουν την ξυλεία στον δασόδρομο, όπου περνάμε εμείς για μέτρηση και έλεγχο και ακολουθεί η δημοπράτηση», εξηγεί ο Ανέστης Αναστασιάδης, Δασάρχης Αρναία Χαλκιδικής.
Στα όρια του συγκεκριμένου Δασαρχείου δραστηριοποιούνται 12 Δασικοί Συνεταιρισμοί, οι οποίοι παράγουν ετησίως περίπου 50.000 κυβικά μέτρα ξυλείας -70% καυσόξυλα και 30% χρήσιμη ξυλεία για επιπλοποιία, παλέτες και οικοδομικά- και έχουν ετήσιο τζίρο 1 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το στέλεχος της Ενωσης Δασικών Συνεταιρισμών Αρναίας Γιώργο Σιούτη.
Ο τελευταίος βλέπει τρωτά σημεία και εκκρεμότητες στον νέο νόμο που πρέπει να ρυθμιστούν. «Δεν είναι εύκολο να συνυπάρξουν επαγγελματικές ομάδες διαφορετικών περιοχών με διαφορετικές αφετηρίες και συμφέροντα», λέει ο κ. Σιούτης, ενώ εκτιμά πως πολλοί επαγγελματίες του χώρου θα μπουν σε δίλημμα αν τους συμφέρει να συνεχίσουν.
«Κάποιος δασεργάτης έχει και πέντε πρόβατα ή μελίσσια ή μια αγροτική καλλιέργεια για να συμπληρώνει το εισόδημά του. Δεν ξέρει αν τον συμφέρει να έχει δύο φορείς ασφάλειας, ΟΓΑ και ΙΚΑ, εφόσον θα συνταξιοδοτηθεί μόνο από έναν. Δεν έχει ληφθεί υπόψη το φορολογικό και άλλα ζητήματα».
Αντίθετη άποψη έχει ο Δημήτρης Μπουτκάρης, πρόεδρος του Δασικού Συνεταιρισμού Λύκοι Εδεσσας. «Τις ρυθμίσεις του νέου νόμου τις ζητούσαμε πρώτοι εμείς οι επαγγελματίες του κλάδου, εδώ και χρόνια, από την Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ) και από το υπουργείο.
Βγάζει εκτός επαγγέλματος τους εμπόρους ξυλείας, θεσμοθετεί το επάγγελμα του δασεργάτη, με τη συμμετοχή και μελών συνεταιρισμών στην επιτροπή πιστοποίησης της Διεύθυνσης Δασών, και βάζει σαφείς κανόνες που έλειπαν», επισημαίνει, σημειώνοντας ως τρωτό σημείο τον γεωγραφικό περιορισμό, που θέλει τα μέλη των συνεταιριστικών οργανώσεων να είναι μόνιμοι κάτοικοι της οικείας περιφερειακής ενότητας.
Το κόλπο των εμπόρων για φθηνή ξυλεία
Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2009) λειτουργούν σε όλη τη χώρα συνολικά 810 Δασικοί Συνεταιρισμοί με 9.300 ενεργά μέλη. Η ετήσια παραγωγή το 2015 στα δημόσια δάση ήταν 905.246,5 κ.μ. ξυλείας, ενώ στα μη δημόσια (ιδιωτικά, δημοτικά, μοναστηριακά κ.ά.) η παραγωγή του 2013 ήταν 429.441,12 κ.μ. Τα ετήσια έσοδα για το δημόσιο από την εκμετάλλευση των δασών υπολογίζονται στα 9 εκατ. €.
Το προηγούμενο ανεπαρκές θεσμικό πλαίσιο δημιούργησε ένα στρεβλό και χαοτικό τοπίο στην εκμετάλλευση των δασών, καθώς απαιτούσε απλά την υπογραφή επτά ανθρώπων για την ίδρυση και λειτουργία ενός δασικού συνεταιρισμού. Αυτό έδωσε τη δυνατότητα σε εμπόρους ξυλείας να διεισδύσουν στον κλάδο, δημιουργώντας συνεταιρισμούς - σφραγίδες, κι εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο φθηνή ξυλεία, που στη συνέχεια θα πουλήσουν στον... εαυτό τους για να τη διαθέσουν στην αγορά.
Αδύναμοι
«Ενας έμπορος μπορούσε να πληρώσει επτά άτομα, άσχετα με το επάγγελμα του δασεργάτη, για τη σύσταση του συνεταιρισμού και στη συνέχεια να βάλει ανειδίκευτους αλλοδαπούς εργάτες να ξυλεύουν τα δάση και να τα πωλούν με απευθείας ανάθεση στους ίδιους», είπε στον «Αγρότη» στέλεχος του υπουργείου Περιβάλλοντος που συμμετείχε στη σύνταξη του νέου θεσμικού πλαισίου.
Σε άλλες περιπτώσεις, δημιουργήθηκαν σωρηδόν μικροί και οικονομικά αδύναμοι οικογενειακοί συνεταιρισμοί, οι οποίοι συχνά, αδυνατώντας να καλύψουν τις εγγυητικές επιστολές προς το Δημόσιο για την ανάθεση σε αυτούς δασικών εργασιών, κατέφευγαν στους εμπόρους ξυλείας για να εξασφαλίσουν προκαταβολές, εν όψει της μετέπειτα πώλησης, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται τελικά το τιμολόγιο στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο.
Ο νόμος 4423 μετονομάζει τους Δασικούς Συνεταιρισμούς σε Δασικούς Συνεταιρισμούς Εργασίας (ΔΑ.Σ.Ε.).
ΒΑΣΙΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΑΔΗΣ